Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016


Αναπολώντας…


Σαν σήμερα, τρία χρόνια πριν,  ήταν η τελευταία εργασιακή μου μέρα. Το λέω έτσι για να το μαλακώσω, να το ξορκίσω κάπως... γιατί αν πω «η τελευταία μέρα μου στη δουλειά» ακούγεται πιο βαρύ, πιο μελαγχολικό, πιο επώδυνο...


Άσε που δεν αντιστοιχεί και στην πραγματικότητα – γιατί η «δουλειά μου» δεν ήταν ποτέ δουλειά για μένα. Όχι επειδή συνηθίζουμε να λέμε ότι ο γιατρός δεν κάνει επάγγελμα αλλά λειτούργημα – ή, μάλλον, όχι μόνο γι’ αυτό... Ναι , αναμφισβήτητα ο γιατρός επιτελεί λειτούργημα, όπως ο δάσκαλος, ο κοινωνικός λειτουργός και πολλές άλλες κατηγορίες εργαζομένων – αλλά δεν ήταν μόνο αυτό που με έκανε όλα αυτά τα χρόνια να μην θεωρώ την δουλειά μου «δουλειά».


Ήταν η αγάπη που της είχα, που εξακολουθώ να της έχω και που πάντα θα είναι εκεί – κι ας μην είμαι εγώ εκεί πλέον... Για μένα, το να περνώ κάθε πρωί την πύλη του νοσοκομείου ήταν σαν να περνούσα την πόρτα του κήπου μου... Το να μπαίνω κάθε πρωί στην Αιμοδοσία ήταν σαν να έμπαινα στο σπίτι μου... Το να κάθομαι στο γραφείο μου ήταν σαν να καθόμουν στην αγαπημένη μου πολυθρόνα στο σαλόνι μου... Το να ασχολούμαι με τα πολλά και ποικίλα θέματα του τμήματος ήταν σαν να ασχολούμουν με τα του οίκου μου... Και το να μιλώ, να αστειεύομαι, να συμπάσχω, να χαίρομαι με την καθημερινότητα των φίλων-συναδέλφων μου ήταν σαν να μιλούσα, γελούσα, πονούσα μαζί με πολύ δικούς μου ανθρώπους... με αδέλφια μου...


Και ξαφνικά μέσα σε μια ώρα, μια στιγμή καλύτερα, έρχεται ένα χαρτί και σου λέει πως όλα αυτά ανήκουν στο χθες... πως κι εσύ ανήκεις στο χθες για την υπηρεσία σου – την ίδια εκείνη υπηρεσία που μέχρι πριν μια ώρα, μια στιγμή καλύτερα, σε καταμετρούσε στο ενεργό δυναμικό της... Απίστευτο, ε; Κι ωστόσο αληθινό. Έτσι, απλά, γίνεσαι «πρώην»... Πρώην εργαζόμενος και νυν συνταξιούχος...


Σύνταξη... τι άχαρη, τι άτυχη έκφραση... Όχι ότι φταίει η λέξη, αλίμονο! Φταίει όλο αυτό το αρνητικό φορτίο που την έχουμε γεμίσει δεκαετίες τώρα. Συνταξιούχος... δηλαδή παρελθόν... δηλαδή παροπλισμένος... δηλαδή περιθώριο... Αναπόφευκτοι συνειρμοί το καφενείο (για τους άντρες), τα σήριαλ στην τηλεόραση (για τις γυναίκες), τα ΚΑΠΗ (και για τους δυο), το γιαουρτάκι κι η φρυγανιά... άντε, και καλή ψυχή!


Έλα μου όμως που δεν είναι έτσι – καθόλου όμως! Γιατί μετά την αναπόφευκτη μελαγχολία, την κατάθλιψη ίσως από την απώλεια μιας καθημερινότητας που αγαπούσες (ή ανεχόσουν, δεν έχει να κάνει – η αλλαγή είναι πάντα ένα σοκ) έρχεται η συνειδητοποίηση του τι και πόσα μπορείς να κάνεις στον ανέλπιστα πολύ ελεύθερο πλέον χρόνο σου! Η μέρα αποκτά ξαφνικά περισσότερες ώρες (πάνω από 24), ο χρόνος ξαφνικά επαρκεί για να πας εκείνη τη βόλτα στην Ακρόπολη που αναβάλλεις χρόνια, εκείνη την επίσκεψη στο Μουσείο που έχει στοιχειώσει μέσα σου, εκείνη την εγγραφή στο γυμναστήριο που ποτέ δεν πρόφταινες να κάνεις, εκείνα τα μαθήματα κιθάρας που άφησες πίσω μαζί με την εφηβεία σου...


Και, για να έρθω στα καθ’ ημάς (τα κατ’ εμέ), να τελειώσεις το γράψιμο εκείνου το θεατρικού που έχεις αρχίσει, να διαβάσεις εκείνα τα βιβλία που σκονίζονται στα ράφια, να πας στο αγαπημένο σου εξοχικό χωρίς να αναρωτηθείς αν είναι αργία ή εργάσιμη, να σκαλίσεις τον κήπο σου, να κάνεις μεγάλες βόλτες με τον σκύλο σου χωρίς να τον κουβαλάς πίσω άρον άρον γιατί έχεις και μαγείρεμα – θα μαγειρέψεις αύριο, έχεις χρόνο!


«Τελικά θα αποφασίσεις;» είναι σαν να σας ακούω να μου λέτε. «Τι είναι η σύνταξη – τέλος εποχής ή καινούργια αρχή; Μελαγχολία ή ανανέωση;»
Και τα δυο! Κι αν στην αρχή υπερτερεί το πρώτο, στη συνέχεια υπερισχύει το δεύτερο – φτάνει το κενό, που αναπόφευκτα δημιουργεί η παύση εργασίας (να ένας όρος που τώρα μόλις σκέφτηκα και που είναι πολύ προτιμότερος από τον άχαρο «παίρνω σύνταξη»), να έχουμε ήδη προνοήσει να το γεμίσουμε με όμορφες δραστηριότητες – είτε λέγονται παλιά απωθημένα είτε καινούργιες επιθυμίες και σχεδιασμοί. Φτάνει να εφαρμόσουμε, στη δική μας περίπτωση, την ρήση του μεγάλου μας Σολωμού «το χάσμα π’ άνοιξε ο σεισμός ευθύς εγιόμισε άνθη» - γιατί ένας σεισμός είναι η σύνταξη, φίλοι μου – μικρός ή μεγάλος, δεν έχει σημασία... Εκείνο που μετρά είναι να γεμίσουμε άνθη το χάσμα που ανοίγει – μικρό ή μεγάλο, δεν έχεις σημασία επίσης...


Το χρωστάμε στον εαυτό μας, στα χρόνια που πέρασαν και, κυρίως, στα χρόνια που έρχονται! Και που μπορούν να είναι εξίσου όμορφα, αν όχι ομορφότερα, από εκείνα που αφήσαμε πίσω μας!




Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Νανούρισμα

(στα εγγόνια μου)

Κοιμήσου, αστέρι μου ακριβό
Κοιμήσου, Αυγερινέ μου
Κι εγώ φυλάω τον ύπνο σου
Μάγισσες μη σε βρούνε

Να ’ρθούν νεράιδες ρόδινες
Γλυκά  να σε φιλήσουν
Ν’ ανθίσει το χαμόγελο
Στα χείλη τα μελένια

Κοιμήσου, ανάσα μου και φως
Κοιμήσου, απαντοχή μου
Στα δυο μου χέρια σε κρατώ
Κι έχω αγκαλιά τον κόσμο


Ολάκερο, ψυχή μου...