Τετάρτη 4 Ιουλίου 2018


Οι άθλοι του Ηρακλή
Η πρώτη βόλτα  

Πού να σας τα λέω φίλοι μου, ζω μεγάλες στιγμές από χτες κι ευτυχώς που δεν σας τα πρόλαβε η μάνα (που είναι και λίγο κουτσομπόλα) γιατί κι εκείνη είναι πολύ ενθουσιασμένη που ξεκίνησε να με παίρνει μαζί της στη βόλτα με τον Ρόμπι γιατί, λέει, τώρα που έκανα όλα μου τα εμβόλια είπε ο κύριος Διονύσης  ο γιατρούλης μου ότι δεν κινδυνεύω να κολλήσω τίποτε από τα αδέσποτα κι εγώ δεν κατάλαβα τι είναι αυτό το «αδέσποτα» και ρώτησα τον αδελφό μου αλλά δεν μου απάντησε μόνο αναστέναξε και με κοίταξε πολύ λυπημένα και μάλλον είναι κάτι στενάχωρο αυτό το «αδέσποτα» και θα ρωτήσω τη μαμά να μου πει γιατί ούτε και ο Λέστερ ήξερε να μου πει παρά μόνο έτρεχε πάνω κάτω με τη Ζενέβ και πού ακούστηκε να πηγαίνουν βόλτα τα γατιά αλλά ξέχασα, τα δικά μας είναι εξωγήινα γατιά και κάνουν εξωγήινα πράματα κι έρχονται μαζί μας, αλλά ούτε που τους δίνω σημασία γιατί εκεί έξω είναι μαγικά, μια τεράστια αλάνα με πολλά χόρτα και λουλουδάκια και πολλέεεες μυρωδιές που τρελάθηκα και μύριζα σαν παλαβός και γνώρισα έτσι πολλά σκυλιά που είχαν κατουρήσει παντού και κατούρησα κι εγώ από πάνω και μου είπε η μαμά «μπράβο Ηρακλάκο, εδώ να κάνεις πιπί» και δεν κατάλαβα, τι πειράζει που κάνω πιπί στον κήπο και καμιά φορά και στην αυλή και τσιρίζει η μάνα και βουτάει το λάστιχο και τα πλένει και σιγά τα ωά, τι έχουν τα τσισάκια μου, αλλά δεν έδωσα και πάλι σημασία γιατί μετά μύρισα κάτι ωραιότατες λιχουδιές στρογγυλές και γυαλιστερές κι άρπαξα μια από κάτω να την μασουλήσω κι εκείνη άρχισε πάλι να τσιρίζει «βγάλε αμέσως τα κακά της κατσίκας από το στόμα σου» κι εγώ πολύ τσαντίστηκα που μου τα πήρε και που χαχάνιζε ο Ρόμπι και τι είναι τέλος πάντων αυτό το «κατσίκα» που κάνει τόσο ωραία γλυκάκια και δεν με αφήνει να τα φάω αλλά μου πέρασε γρήγορα γιατί είδα τον Λεστεράκο να σκαρφαλώνει σε ένα άσχετο δέντρο και τρόμαξα αλλά εκείνος χαμπάρι, πήδηξε μια και κατέβηκε κάτω κι εγώ νευριάζω που δεν μπορώ να ανέβω στο δέντρο να τον βουτήξω και μ’ αυτά και μ’ αυτά τέλειωσε κι η βόλτα και γυρίσαμε σπίτι μας κι ήπια μια κατσαρόλα νερό αφού πρώτα έπλυνα τα ποδαράκια μου μέσα γιατί είμαι και καθαρό παιδάκι και πάλι φώναζε η μαμά «βρε χαζέα το βρώμισες το νερό και μετά το πίνεις» και τι πειράζει, νεράκι είναι και μια χαρά το ήπια και τώρα πάω να ξαπλώσω στην κρεβατάρα της και να πάρω έναν υπνάκο αγκαλιά με το ελεφαντάκι μου γιατί κουράστηκα με το περπάτημα και καλό σας μεσημέρι!










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου