Κυριακή 8 Ιουλίου 2018


Από την «Δωροθέα», το τρίτο μου βιβλίο, 
που υπολογίζω να κυκλοφορήσει
 μέχρι το τέλος του χρόνου


«Ακόμα και η ερωτική τους ζωή φαινόταν να μπαίνει και πάλι σε καλό δρόμο. Η Δωροθέα ένιωσε το πρόσωπό της να φλογίζει σαν της παιδούλας στην ανάμνηση της πρώτης τους επαφής μετά από την καταιγίδα που είχε βιώσει η σχέση τους κι έκλεισε τα μάτια. Ήταν μια ζεστή νύχτα του Ιουλίου. Είχαν αφήσει ανοιχτή την μπαλκονόπορτα του δωματίου τους για να μπαίνει λίγη δροσιά μαζί με το φεγγάρι που κόντευε να γεμίσει κι έλουζε τα πάντα με την ασημιά του λάμψη. Είχε αποκοιμηθεί με το τραγούδι του τζίτζικα να την νανουρίζει και την ήρεμη ρυθμική ανάσα του άντρα δίπλα της να την καθησυχάζει και να την κάνει να νιώθει ασφαλής και δυνατή.

Κάποια στιγμή ξύπνησε από μια αόριστη αίσθηση ευδαιμονίας, σαν κάτι να μιλούσε μέσα της τρυφερά. Άνοιξε τα βλέφαρα και τον είδε να την κοιτάζει. Το φεγγαρόφωτο έπεφτε στα μάτια του και μέσα τους διάβασε αγάπη, έγνοια, τρυφερότητα. Του χαμογέλασε. Της χαμογέλασε κι εκείνος κι άπλωσε το χέρι του διστακτικά. Χάιδεψε το μάγουλο, τα χείλη, τον λαιμό της. Εκείνη πήρε τα ακροδάχτυλά του και τα φίλησε ένα ένα. Έπειτα έστειλε το δικό της χέρι να ταξιδέψει στο πρόσωπό του. Το σεργιάνισε στο μέτωπό του, στη βαθιά χαρακιά ανάμεσα στα φρύδια που τώρα συνειδητοποιούσε την ύπαρξή της, στις μικρές γραμμές της έγνοιας στην άκρη των ματιών, στις ανεπαίσθητες ρυτίδες πίκρας στη γωνία του στόματος.

Χάιδεψε τα χείλη του με δάχτυλα τρεμάμενα κι ένιωσε να ξυπνάει μέσα της ένας πόθος από καιρό ξεχασμένος. Εκείνος έγειρε κι αναζήτησε  τα δικά της χείλη. Διστακτικά στην αρχή, πιο τολμηρά στη συνέχεια, διεκδικητικά μετά, επιθετικά θάλεγες. Εκείνη ανταποκρίθηκε με μια ορμή που την ξάφνιασε, σχεδόν την τρόμαξε, και που ωστόσο της ήταν αδύνατο να ελέγξει - και που ούτε και το ήθελε εξάλλου. Αφέθηκε στη δίνη των σωμάτων τους κλείνοντας ερμητικά τη σκέψη της σε κάποιες στιγμιαίες εικόνες ενός άλλου άντρα που αναβόσβηναν φευγαλέα στο μυαλό της πασχίζοντας να καταστρέψουν αυτό που ζούσε τώρα, που είχε χρόνια να ζήσει, που ξαφνικά συνειδητοποιούσε πόσο είχε ποθήσει με μια λαχτάρα που την ένιωθε σε κάθε κύτταρο του κορμιού της να την πυρπολεί, σχεδόν να την πονάει.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου