Τρίτη 25 Απριλίου 2017


Το πάρτυ

Πάρτυ. Δεκαετία του 70. Μια παρέα παιδιών στα late teens και early twenties (πολύ της μόδας το ανακάτεμα εγγλέζικων στην κουβέντα μας, δεν ξέραμε ακόμα γκρίκλις -ευτυχώς). Το σπίτι του διοργανωτή σε ειρηνική κατάληψη. Οι γονείς μετανάστες της μιας νύχτας σε συγγενικό σπίτι ή, κατόπιν σκληρών διαπραγματεύσεων, εξοστρακισμένοι στα ενδότερα με απαγόρευση εξόδου. Η σάλα σε πλήρη αναδόμηση. Τα έπιπλα (όσα παρέμεναν μέσα και δεν είχαν μεταναστεύσει επίσης) κολλημένα στον τοίχο. Τα χαλιά ρολό, στον τοίχο κι αυτά.

Φωτισμός λιγοστός, διάσπαρτος, χαμηλός. Κανά δυο αμπαζούρ κι αυτά σκεπασμένα με πολύχρωμα φουλάρια για να κάνουν ατμόσφαιρα. Στο τραπέζι πιατέλες με καναπεδάκια (κρακεράκια με πάστα αντζούγια ή μισή ελιά) και μπολάκια με ξηροκάρπια -κι από ποτά πίππερμαν και, φυσικά, το απόλυτο must ενός πετυχημένου πάρτυ -το βερμούτ! Κόκκινο, γλυκίζον, αρωματικό, σχετικά ελαφρύ. Το ποτό που έκανε θραύση εκείνη την εποχή.

Στη γωνιά το στέκι του dj. Ο πιο ενημερωμένος, ο πιο υποψιασμένος της παρέας. Με το πικάπ μπροστά του -δύο πικάπ κατά προτίμηση για να μην υπάρχει χάσμα από τραγούδι σε τραγούδι. Περικυκλωμένος από μια θάλασσα 45ρια δισκάκια με όλα τα σουξέ της εποχής. Υπεύθυνος για την συνεχή και επιτυχημένη ροή και εναλλαγή των τραγουδιών. Η ψυχή του πάρτυ, ο αδιαμφισβήτητος  άρχων, ο εισπράττων τον έπαινο της επιτυχίας του ή το κράξιμο της αποτυχίας.

Στην πίστα τα παιδιά. Ζευγαράκια από πριν, ζευγαράκια της βραδιάς, απλά φιλαράκια με υποβόσκουσα ωστόσο την ερωτική διάθεση. Φλερτάκια αθώα ή λιγότερο αθώα στους ξέφρενους ρυθμούς του σέικ, του τουίστ, της μπόσα νόβα, της γιάνκα -αλλά κυρίως στους λικνιστικούς ρυθμούς του βασιλιά των χορών, του μπλουζ. Αγκαλιές διστακτικές, αδέξιες, αμήχανες ή τολμηρές, έμπειρες, αποφασιστικές. Εκείνος, με το πρόσωπο χωμένο στα μαλλιά της, να ανασαίνει το Miss Dior άρωμά της κι εκείνη, με το πρόσωπο χωμένο στο λαιμό του, να απολαμβάνει την Old Navy κολόνια του. Σιγοψιθύριζαν το «Je t'aime» του Adamo  παρεμβάλλοντας ερωτόλογα και φιλιά δειλά, πεταχτά ή πιο τολμηρά, απαιτητικά. Η νύχτα ήταν δική τους, η ζωή το ίδιο -κι εκείνα ρουφούσαν αχόρταγα την κάθε στιγμή!

Πάρτυ, δεκαετία του 70! Τι εποχές αλήθεια!


https://youtu.be/3R5ACe-PdIc



Τετάρτη 12 Απριλίου 2017


Τι είναι η πατρίδα μας;

«Τί εναι πατρίδα μας;»
Αναρωτιόταν ο Ιωάννης Πολέμης

Κι εγώ σ’ ακούω
Φίλε Έλληνα μετανάστη της κρίσης
Να απαντάς στο ερώτημα
Με (δικαιολογημένη) αγανάκτηση
Με (δικαιολογημένη) πικρία
Με (δικαιολογημένη) απόγνωση

Αλλά με αδικαιολόγητη απαξίωση
Της Πατρίδας…

Δεν είναι τα πολιτικά κόμματα
Η Πατρίδα…
Δεν είναι τα τραγικά λάθη όλων μας
Η Πατρίδα…
Δεν είναι το απίστευτο χάος που ζούμε
Η Πατρίδα…
Δεν είναι η εφορία που σε τσακίζει
Η Πατρίδα…
Δεν είναι η (απαράδεκτη) άρνηση της ψήφου σου
Η Πατρίδα…

Η Πατρίδα είναι Ιδέα, είναι Φως, είναι Καημός
Η Πατρίδα είναι Θρησκεία, είναι η Ψυχή μας η ίδια
Κι αυτήν την Πατρίδα την έχουμε ψηλά, σε βάθρο

Όσο κι αν εκείνα
Που αποφασίστηκαν για σένα
Με ή χωρίς εσένα
Σε αδίκησαν
Σε έφεραν σε απόγνωση
Σε έκαναν να ξενιτευτείς…

Θυμήσου…
Δεν είναι αυτά η Πατρίδα
Γι αυτό σκέψου το δυο φορές
Πριν την απαρνηθείς…

Γιατί ο Πολέμης απαντά
«Όλα πατρίδα μας! Κι ατ κι κενα,
κα
κάτι πού χουμε μς τν καρδι
κα λάμπει θώρητο σν λιου χτίνα
κα κράζει μέσα μας: μπρς παιδιά

Και, για να σε προλάβω,
Πριν μου πεις πως έξω από τον χορό
Πολλά τραγούδια λέω
Μάθε πως είμαι μέσα στο χορό
Με πολλούς φίλους
Και  δυο παιδιά ξενιτεμένα
Σαν εσένα…

Με όλη μου την αγάπη
Και την έγνοια


Δευτέρα 10 Απριλίου 2017


Ο καθρέφτης



Κάθε χρόνος που περνά

Είναι κερδισμένος χρόνος

Κάθε μέρα του

Κι αυτό γίνεται ολοένα και πιο αισθητό

Καθώς κυλά ο καιρός


Κι αν η σύγκριση του σήμερα

Με παλιές νεανικές φωτογραφίες

 Σε μελαγχολεί αναπόφευκτα

Αναλογίσου τα κέρδη που αποκόμισες

Στο διάβα της ζωής σου

 Και χαμογέλα στον καθρέφτη σου

Και θα δεις να σου αντιγυρίζει το χαμόγελο

Ο δροσερός νεανικός σου εαυτός

Που κρύβεις πάντα μέσα σου

 Η άφθαρτη ψυχή σου

Που αντανακλάται μέσα από το γυαλί του


Τετάρτη 5 Απριλίου 2017


Η επιλογή της παπαρούνας
Καμαρώνεις με την κόκκινη φορεσιά σου ανάμεσα στα κίτρινα και τα πράσινα τριγύρω σου. Αφήνεις το ανοιξιάτικο αεράκι να σε νανουρίζει ανάλαφρα και ρουφάς με απόλαυση τις ζεστές αχτίδες του απριλιάτικου ήλιου. Μόνη. Κατάμονη. Καμιά αδελφή σου τριγύρω, κάπως πέταξε ο σπόρος σου κι ήρθε και ρίζωσε ανάμεσα στα τριφύλλια του κήπου. Κι εγώ σε κοιτώ, αγαπημένο μου άλικο αγριολούλουδο,  κι αναρωτιέμαι.
Άραγε την απολαμβάνεις αυτή σου την μοναξιά; Καμαρώνεις για την μοναδικότητα της ύπαρξης και της γοητείας σου; Σου αρέσει που είσαι ξεχωριστή, που διαφέρεις από τα γύρω σου αγριολούλουδα, που νιώθεις πως κι εκείνα σε θαυμάζουν κι ίσως ίσως σε ζηλεύουν λιγάκι γι αυτή σου την ομορφιά;
Ή είσαι θλιμμένη για τους ίδιους ακριβώς λόγους; Επειδή είσαι μόνη και τα άλλα λουλούδια δεν σε κάνουν παρέα είτε γιατί δειλιάζουν μπροστά σου ή επειδή τα εμποδίζει η ζήλια; Κι εσύ μένεις στη μοναξιά σου να λαχταράς  τη συντροφιά από τις πολυάριθμες αδελφές σου στο διπλανό οικόπεδο -έστω και με τίμημα αυτή σου την μοναδικότητα;
Αλήθεια, μικρή μου όμορφη παπαρούνα -αν είχες επιλογή, τι θα διάλεγες;





Δευτέρα 3 Απριλίου 2017


Η Μέρα των Αδέσποτων
Ο Άλντι μου… ο αδέσποτος κουταβάκος που βρήκα τεσσάρων μηνών στο Ασκληπιείο με σπασμένο ποδαράκι… και που έγινε καλά και υιοθετήθηκε από μια υπέροχη οικογένεια… και που έζησε για πέντε χρόνια τόσο ευτυχισμένος κι αγαπημένος από όλους μας… και που τον χάσαμε πριν τρία χρόνια από καθολικό καρκίνο…
Στον Άλντι και σε όλα τα αγαπημένα μας αδεσποτάκια είναι αφιερωμένο σήμερα, τη Μέρα των Αδέσποτων, το παρακάτω κείμενο/αποχαιρετισμός «του», γραμμένο με τεράστια φόρτιση  αμέσως μετά το τελευταίο αντίο - με την ευχή κάθε ένα από αυτά τα υπέροχα, τα τόσο ξεχωριστά και γεμάτα αγάπη πλάσματα, να βρει τη δική του αγκαλιά!

"Μαμά μην κλαις... πρέπει να φύγω...
Πρέπει να φύγω μαμά... είμαι πολύ κουρασμένος...
Ξέρω ότι είσαι πολύ λυπημένη... κι ο μπαμπάς... το βλέπω στα μάτια σας... το νιώθω στο χάδι σας... αλλά δεν θέλω να κλαίτε...
Κι εγώ είμαι πολύ λυπημένος, σας αγαπώ τόσο πολύ... όσο μ’ αγαπάτε κι εσείς... Αχ, πόσο πολύ μ’ αγαπήσατε... από την πρώτη στιγμή, από τη μέρα που με βρήκε η νονά με σπασμένο ποδαράκι και με πήγε στο γιατρό να με κάνει καλά... και μετά με πήρατε στο σπίτι σας, στο σπίτι μας...
Τι όμορφα που περάσαμε...ε, μαμά;
Εσύ μου έκανες τα καλύτερα φαγητά, με φρόντιζες, μου έδινες τόσες πολλές αγκαλιές, μου έλεγες τόσα λόγια αγάπης... κι ο μπαμπάς με έκανε αγκαλιές, με πήγαινε βόλτες, με χάιδευε, μ’ αγαπούσε τόσο πολύ... και δεν με μαλώνατε όταν έκανα και καμιά αταξία...
Θυμάσαι, μαμά, που έκλεβα τα τυροπιτάκια από το τραπέζι; Που πλατσούριζα στον κουβά και σου γέμιζα νερά τη βεράντα; Που ανέβηκα στο πεζούλι και πήγα στο διπλανό μπαλκόνι να δω τη σκυλίτσα που έμενε εκεί; Πόσο είχατε τρομάξει τότε, μαμά... κι όμως, δεν με μαλώσατε, μόνο με πήρες αγκαλιά και μου είπες να μην το ξανακάνω... κι εγώ δεν το ξανάκανα, δεν ήθελα να σε στενοχωρώ...
Όμως τώρα πρέπει να φύγω, μαμά... είμαι τόσο αδύναμος, τόσο κουρασμένος... δεν έχω κουράγιο ούτε να φάω πια... μόνο να κοιμάμαι θέλω...
Το είπε κι ο γιατρός, είμαι πολύ άρρωστος... κι ας είμαι μόνο πέντε χρονών... όμως είμαι πολύ ευτυχισμένος που πέρασα τόσο υπέροχα τη μικρή μου ζωή μέσα στην αγάπη σας...
Δεν θέλω να κλαίτε, μαμά... θέλω να θυμάστε μόνο όλα αυτά τα όμορφα που ζήσαμε μαζί και την απέραντη αγάπη που σας είχα... κι εγώ θα πάρω μαζί μου τη δική σας απέραντη αγάπη σαν φυλαχτό για το μεγάλο μου ταξίδι...
Μαμά, μπαμπά... αντίο... σας αγαπώ τόσο πολύ..."






Σάββατο 1 Απριλίου 2017


Σταράτες κουβέντες

Δεν μου είσαι απαραίτητος και συγγνώμη αν σε πληγώνω μ’ αυτήν την ωμή μου δήλωση -απλά θέλω να ξεκαθαρίσω τη θέση μου από την αρχή. Εξ άλλου πιστεύω ότι το έχεις ήδη καταλάβει μετά από τόσα χρόνια ασταθούς σχέσης με πολλές απιστίες από την πλευρά μου ενώ εσύ είσαι πάντα εκεί, σταθερός και διαθέσιμος -κι αυτό οφείλω να στο αναγνωρίσω. Μπορώ όμως να ζήσω μια χαρά και χωρίς εσένα. Και τώρα που το σκέφτομαι, παίζεις κατά κανόνα τον ρόλο του τρίτου στις επιλογές της συντροφιάς μου -αν δεν υπάρχει δεύτερος, μπορεί και να σε παρακάμψω, να σε αγνοήσω εντελώς.

Υπερβάλλω, θα μου πεις. Πόσες φορές δεν έχουμε μείνει οι δυο μας χωρίς την παρουσία άλλου προσώπου.  Ναι -αλλά έχεις προσέξει με τι βαρεμάρα από μέρους μου περνά αυτή η σύντομη συνύπαρξη; Σαν να κάνω αγγαρεία, σαν να σε βαριέμαι -και πάλι με το συμπάθιο. Ο ρόλος σου για μένα είναι μόνο ρόλος κομπάρσου σε σκηνές όπου πρωταγωνιστούν η οικογένειά μου και οι φίλοι μου. Είσαι μια συνήθεια -αλλά όχι εξάρτηση.

Σε πίκρανα , το βλέπω -κι είσαι και φύσει γλυκούλης, αλλιώς δεν θα είχες καμία ελπίδα μαζί μου. Γι αυτό κι άφησα τα καλά (πάντα υπάρχουν) για το τέλος. Υπάρχει μια περίπτωση, και μάλιστα σχεδόν καθημερινή,  που όχι μόνο δεν σε βαριέμαι αλλά και σε αποζητώ -όχι ακριβώς εσένα, μην ξεσηκώνεσαι, αλλά όλα εκείνα που αντιπροσωπεύεις. Είναι εκείνο το μισάωρο κάθε πρωί που σε μοιραζόμαστε με τον καλό μου. Ο καθένας το φλιτζάνι του. Το δικό του πιο απλό, πιο λιτό, με γεωμετρικά σχέδια. Το δικό μου πιο σύνθετο, πιο στολιδιάρικο, με φυλλαράκια για σχέδια. Ψιλοκουβέντα, προγραμματισμός κινήσεων, απολογισμός καταστάσεων -κι όλα αυτά σε μισή πολύτιμη ώρα το πρωί και με σένα σαν υπόβαθρο, σαν φόντο ένα πράμα. Εκεί ναι -μπορώ να πω ότι μου είσαι απαραίτητος, έχεις γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μου.

Κι αυτό πρέπει να σε παρηγορεί σε καλό βαθμό για την γενικότερη αδιαφορία μου σε σχέση με την ύπαρξή σου στη ζωή μου, πρωινέ μου καφέ!