Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014


Χρυσοκόκκινα φύλλα
Τρεμίζουν ετοιμόρροπα
Στην άκρη του κλαριού

Καταρρέουν στο πρώτο φύσημα
Κι ακουμπούν μαλακά
Στην μεγάλη αγκαλιά
Της Μάνας Γης

Ευτυχισμένα
Παρά την γνώση του τέλους

Έζησαν όμορφα
Ρούφηξαν ήλιο και δροσιά
Ανάσαναν την πνοή του ανέμου

Και τώρα
Στο γέρμα της ζήσης τους
Νανουρίζονται απαλά
Στο χώμα που θα γίνει
Το στερνό τους απάγγειο

Ευτυχισμένα
Από τα κύτταρά τους
Θα ξεπηδήσει καινούργια ζωή
Στον αέναο κύκλο της πλάσης

Καλό σας ταξίδι
Χρυσοκόκκινα φύλλα


*Από την ποιητική συλλογή μου
"Ψηφίδες" *



Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

Απόσπασμα από το μυθιστόρημα "Πάροδος Μουσών 9"

Η Ουρανία απόμεινε να κοιτάζει την κλειστή πόρτα ασάλευτη. «Αυτό ήταν», σκέφτηκε. «Μου έφυγε, την έχασα, το ’χασα το μωρό μου». Ξαφνικά τα πόδια της κινήθηκαν αυτόνομα, το χέρι της έπιασε το χερούλι της πόρτας χωρίς να δώσει εκείνη την εντολή, και ξεχύθηκε στην αυλή φωνάζοντας το όνομα του παιδιού της. Μα δεν ακούστηκε τίποτε, ήταν η ψυχή της που ούρλιαζε. Έτρεχε τρελαμένη, τυφλή, με τα μάτια θολά από τα δάκρυα.
Στη μεγάλη πόρτα της αυλής σταμάτησε. Αρπάχτηκε από το σιδερένιο κάγκελο ξέπνοη. Είδε στο τέλος του δρόμου, θαμπά, τις δυο φιγούρες να απομακρύνονται. «Κλειώ», φώναξε με απόγνωση. «Κλειώ μου!» Μα και πάλι δεν ακούστηκε κανένας ήχος.
Έβλεπε την Κλειώ να φεύγει, το ένα της χεράκι στη χούφτα της Μάρως και το άλλο να κρατά την καινούρια κούκλα που της είχε φέρει η θεία της. Κι εκείνη δάγκωνε τα χείλη για να μην ουρλιάξει και έσφιγγε το παγωμένο σίδερο της πόρτας μέχρι που άσπρισαν οι κόμποι στα δάχτυλά της. Ήθελε να φύγει, να τρέξει ξοπίσω τους και ν’ αρπάξει το μωρό της, τη λαχτάρα της, να την κρατήσει κοντά της κι ας γινόταν ό,τι ήταν γραφτό να γίνει. Μα τα πόδια της ήταν βαριά, ασήκωτα κι εκείνη απόμεινε βουβή, ανήμπορη, να κοιτά το στερνοπαίδι της να χάνεται στη γωνιά του δρόμου, με τα δάκρυα να τρέχουν ποτάμι και την ψυχή της σωσμένη.
Ήταν η Χριστίνα που έφτασε πρώτη, αλαφιασμένη, κοντά της και τη σήκωσε από το χώμα, την αγκάλιασε σφιχτά και προσπάθησε να σταματήσει το τρέμουλο στο κορμί της, ψιθυρίζοντάς της άχρηστα λόγια παρηγοριάς. Ήταν η Αφρούλα που έτρεξε με ένα ποτήρι νερό να την συνεφέρει. Ήταν η Λίτσα, η μόνη που είχε τηλέφωνο στη γειτονιά, που πήρε τον γιατρό να έρθει επειγόντως. Την πήγαν σπίτι, την έβαλαν στο κρεβάτι, έμειναν όλη νύχτα κοντά της. Η Ουρανία, μετά την ηρεμιστική ένεση, χάθηκε σ’ ένα βαθύ σκοτάδι χωρίς όνειρα, χωρίς εφιάλτες. Με μόνο αχνό φως τη λάμψη από δυο γαλάζια παιδικά μάτια.
«Κλειώ μου!»







Έχω την ιδιαίτερη χαρά να παρουσιάσω 
το εξώφυλλο του νέου μου βιβλίου με τίτλο

 "Πάροδος Μουσών 9"

το οποίο θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα






Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

Η Κόρη του Φωτός

Κι ως πέφτουν οι σκιές του δειλινού
Αρχίζουν ν’ αναδεύονται οι μνήμες
Εκείνες που, σε πείσμα του φονιά
Του χρόνου, συνεχίζουν ν’ ανασαίνουν

Και είναι κάθε ανάσα μια μομφή
Ενάντια στον ληστή και τον κουρσάρο
Που άπλωσε στην Κόρη του Φωτός
Ανόσιο και βέβηλο το χέρι

Πληθαίνουν οι ανάσες κι οι φωνές
Ενάντια σ’ εκείνους που πασχίζουν
Τη δίκαιη κατάρα των θεών
Στης λήθης τον Καιάδα να συντρίψουν

Η Κόρη αφουγκράζεται. Σιωπά.
Το Φως, που την εγέννησε, προσμένει
Να γίνει βέλος, ξίφος, κεραυνός
Και να ’ρθει από τα βάθη των αιώνων

Ν’ ανοίξει μονοπάτι αστρινό
Ανάμεσα σ’ ομίχλες και κουρσάρους
Και μέσα σ’ ιαχές θριαμβικές
Τα βήματά της πίσω να γυρίσει

Στη Χώρα του Φωτός


The Daughter of Light

And, as the dusk shadows are falling,
The memories commence to stir
Those that continue to breathe
Counter to the killer Time

And every breath is a reproach
Against the thief and the pirate
Who reached out an unholy hand
To the Daughter of Light

The breaths and the voices get stronger
Against those who struggle
To crush the fair curse of Ancient Gods
Into Keadas gulch

The Daughter listens in silence.
Awaits for the Light, that brought her to life,
To become an arrow, a sword, a thunder
And onrush from the depths of the centuries

To create a startrail
Amongst fogs and  pirates
And, shouting triumphantly,
To guide her steps back

To the Land of Light



*Η συμμετοχή μου στην πρόσκληση της Πανελλήνιας Ποιητικής Δράσης με θέμα:

«Η επανένωση των μαρμάρων του Παρθενώνα
και η αναγνώριση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς,
αδιαμφισβήτητο δικαίωμα των Ελλήνων»*




   




Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014






Τριαντάφυλλο γλυκό

Μενεξεδιά τα μάτια που αγαπώ
Θάλασσες που αρμενίζει η ψυχή μου
Στα βάθη τους πλανιέμαι και ζητώ
Κοχύλια φυλακή για την πνοή μου

Κοράλλινα τα χείλη που φιλώ
Τρεμάμενα τα χείλη μου αγγίζουν
Με γεύση τριαντάφυλλο γλυκό
Μυστήρια κρυφά μου ψιθυρίζουν

Αέρινα τα χέρια που κρατώ
Τις νύχτες που το χάδι τους γυρεύω
Σε άλλους γαλαξίες ξαγρυπνώ
Και νιώθω να ριγώ, να ταξιδεύω


*Από την ποιητική συλλογή μου
"Ψηφίδες"



Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014




Ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ 

μέσα από την καρδιά μου 
στους αγαπημένους μου φίλους
για τις γεμάτες αγάπη ευχές 
και τις πανέμορφες κάρτες
με τις οποίες με αγκάλιασαν 
και με τίμησαν 
στα χθεσινά μου γενέθλια!

Να είστε όλοι πάντα καλά!



Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Δύσης  χαμόγελο

Βούτηξες φλογάτος
Πίσω από λόφους απαλούς
Σκορπώντας πορτοκαλιές λάμψεις
Στα ήσυχα νερά

 Κι ως και τα γκρίζα δέντρα
Γερμένα στην όχθη σιωπηλά
Γέμισαν  πιτσιλιές χρωματιστές
Σαν από ζωγράφου χρωστήρα


*Πίνακας του εκλεκτού μου φίλου 
και εξαιρετικού ζωγράφου
Φώτη Ασπρομάτη*




Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014



Καλή σχολική χρονιά

Η μυρωδιά από τις φρεκοξυσμένες ξυλομπογιές
Το τρίξιμο των σελίδων καθώς φυλλομετρούσαμε τα ολοκαίνουργια βιβλία
Η αξέχαστη αίσθηση της μπλε κόλλας καθώς ντύναμε τα τετράδια
Οι πολύχρωμες ζωγραφιές που μάγευαν τα μάτια μας
Η μοναδική γεύση του μολυβιού καθώς μασούσαμε την άκρη του - 
εκείνη με τη γόμα

Όλες οι αισθήσεις σε συναγερμό - άρχιζε η νέα σχολική χρονιά!

Καλή χρονιά σε όλους τους μαθητές, μικρούς και μεγάλους - 
γιατί η μάθηση δεν σταματά ποτέ!




Ξαφνικά μαζί

Στου Πύργου τη σκιά
Μοναχικός διαβάτης
Άκουγες το ψιλόβροχο
Να μουρμουρίζει σιγανά
Πάνω στην κόκκινη ομπρέλα...

Και τότε την είδες...
Ψηλή, λεπτή κι αέρινη
Πρόβαλε από την αχλύ του δειλινού
Τυλιγμένη στο φως το αδύναμο
Του φανοστάτη...

Κι ήξερες...
Τό ’νιωσες...
Ήταν το πεπρωμένο σου


*Πίνακας του εκλεκτού μου φίλου 
και εξαιρετικού ζωγράφου
Φώτη Ασπρομάτη*




Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Μικρό μου όνειρο


Ήρθες αθόρυβα κι ακούμπησες 
στα μεταξένια πέταλα των λουλουδιών...
ανάλαφρη...
ανάερη...
μεταξένια κι εσύ

μεταξένια κι εύθραυστη μαζί...
τόσο εύθραυστη που βούρκωσα...
κι ήπιες το δάκρυ μου
αντί για νέκταρ...

κι ύστερα τρεμόπαιξες τα διάφανα φτερά
και γέμισες ασημόσκονη και γαλάζια πάχνη
τα βλέφαρά μου...

και χάθηκες στην αχλύ του δειλινού...
μικρό μου όνειρο με λάμψη ζυμωμένο
να με θυμάσαι...

*Από την ποιητική συλλογή μου
"Ψηφίδες" *






Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Όσοι αγαπήσατε τη Φρίντα και τη Βικτώρια
στην πρώτη νουβέλα με τίτλο «Η κρίση»,
μπορείτε να δείτε τι συνέβη στη ζωή τους
ΜΕΤΑ την Φλωρεντία
στην δεύτερη νουβέλα με τίτλο «Το δίλημμα»

Δημοσιεύονται εδώ
τα δυο πρώτα κεφάλαια
 έτσι, για να πάρετε μια ιδέα!



ΒΙΚΤΩΡΙΑ

Η Βικτώρια κοίταζε τα πλήκτρα του πιάνου με βλέμμα χαμένο. Άσπρο, μαύρο, άσπρο, μαύρο... Ζαλίστηκε, ένιωσε να αλληθωρίζει. Άπλωσε το χέρι και κατέβασε το καπάκι, έτσι κι αλλιώς δεν την υπάκουαν τα δάχτυλά της απόψε. Κοίταξε το ρολόι του τοίχου. Κόντευαν μεσάνυχτα κι αισθανόταν τα νεύρα της τόσο τεντωμένα που ανάθεμα κι αν έκλεινε μάτι κι απόψε. Άλλη μια ξάγρυπνη νύχτα με τις σκέψεις να βουίζουν σα θυμωμένες σφήκες στο μυαλό της και να την τρελαίνουν.
            Ένιωσε πάλι το στομάχι της να ανακατεύεται. Εδώ και μέρες το ίδιο βιολί. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία. Κάτι θά ’φαγα, σκέφτηκε. Μετά, κι αφού συνεχιζόταν η κακοδιαθεσία, το πέρασε για ίωση. Δεκέμβρης, κρύο και βροχές, πολύ ήθελε να την αρπάξει; Είχε και κάτι δέκατα, άρα αυτό ήταν. Ωστόσο οι ανακατωσούρες συνεχίστηκαν και μετά τα δέκατα κι άρχισε να βάζει διάφορα με το νου της, όλα άσχημα – από γαστρίτιδα μέχρι καρκίνο.
       Μέχρι πριν καμιά βδομάδα που, κοιτάζοντας την ατζέντα της, συνειδητοποίησε ότι είχε να δει περίοδο από τα μέσα του Οκτώβρη. Στην αρχή δεν ανησύχησε, είχε μπει στην προ-κλιμακτηριακή φάση εδώ και κανα χρόνο κι η γυναικολόγος της τής είχε πει να τα περιμένει αυτά.
Απόψε όμως σαν και να γύρισε ένας διακόπτης στο μυαλό της, άναψε ένα φως κι όλα μπήκαν στη θέση τους – η τάση για εμετό, η καθυστέρηση, οι αδιαθεσίες...
Χριστέ μου... είμαι έγκυος... ψιθύρισε με απόγνωση.
Άπλωσε το χέρι στο τηλέφωνο και σχημάτισε το νούμερο της Φρίντας.


ΦΡΙΝΤΑ

Ό,τι και να είχε κάνει, οι δυο ρυτίδες αγκάλιαζαν τον λαιμό της σαν φίδια που ξεφώνιζαν την ηλικία της. Γαμώτο, να μην υπάρχει μια κατάλληλη επέμβαση... για όλα κάτι είχαν βρει οι πλαστικοί... αυτό όμως, του λαιμού, ήταν δύσκολο.
Η Φρίντα ήπιε μια ακόμη γουλιά από το ουισκάκι της και πήγε ν’ ανάψει τσιγάρο. Τι το ήθελε κι αυτό το ρημάδι... μεγάλη εξάρτηση. Άντε κοριτσάρα μου, είπε κοιτάζοντας τα κούτσουρα στο τζάκι, ώρα να κλείσεις ραντεβού με εκείνον τον υπνωτιστή  που σου πρότεινε η πεντικιουρίστα μπας και κόψεις τα τσιγάρα και τα ποτά! Ξαναήπιε μια γουλιά, την έφερε γύρω στον ουρανίσκο της και γέλασε μόνη της. Ε, ρε πώς συνηθίζεις κάτι που σαν φοιτήτρια το ελεγες κοριοζούμι! Τώρα όχι μόνο σου αρέσει, ξέρεις να το διαλέγεις κι από πάνω!
Σήμερα ήταν στις κλειστές της. Τώρα τελευταία το πάθαινε αρκετά συχνά, να μη θέλει τις γνωστές παρέες στα μπαρ και στις κοσμικές ταβέρνες των βορείων προαστείων. Ίσως να έφταιγε ο χειμώνας, ίσως γιατί πλησίαζαν οι γιορτές που πάντα την μελαγχολούσαν, ίσως πάλι να είχε κολλήσει κι αυτή τον μνημονιακό ιό. Όλοι για την κρίση μίλαγαν, της είχαν κάνει τα νεύρα τσατάλια πια. Άσε που το τελευταίο αίσθημα είχε κάνει φτερά από μόνος του, κάτι το πρωτάκουστο και συνταρακτικό κι ας μην άξιζε και πολλά...το θέμα είναι ότι αυτός είχε δώσει τέρμα στην σχέση... ωιμέ, πού καταντήσαμε λοχία...
Σηκώθηκε να πάρει την κολλητή της τηλέφωνο χωρίς να δει την ώρα. Το θέμα ήταν να φύγουν οι αράχνες και τα φίδια που την είχαν ζώσει.






Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2014






Φρίντα και Βικτώρια – η κρίση
(2/9/14)

Νουβέλα σε συνέχειες
 Από τη Φώφη Walter-Κυρλίδου (Φρίντα)
και τη Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου (Βικτώρια)

Μέρος 28ο και τελευταίο!

Όσοι αγαπήσατε την Φρίντα και την Βικτώρια
 μπορείτε να δείτε ΤΙ απέγινε μετά την Φλωρεντία
στο sequel με τίτλο «Το δίλημμα»
στο link   http://wp.me/p3dOul-CI

Η Φώφη κι εγώ σας ευχαριστούμε
που ταξιδέψατε μαζί μας
στον κόσμο των Φ+Β!


ΒΙΚΤΩΡΙΑ

Πέρασαν όλο το απόγευμα χαλαρώνοντας ανάμεσα σε καυτά αφρόλουτρα, μάσκες ομορφιάς και επιμελές μακιγιάζ και κόμμωση. Το αποτέλεσμα ήταν παραπάνω από ικανοποιητικό όταν κοιτάχτηκαν στον καθρέφτη και μεταξύ τους. Έδωσαν θερμά συγχαρητήρια η μία στην άλλη για την εκθαμβωτική εικόνα που παρουσίαζαν μέσα στα προσεκτικά διαλεγμένα ρούχα τους και κατέβηκαν στη ρεσεψιόν όπου τους περίμεναν οι δυο καβαλιέροι τους, κρατώντας ο καθένας από ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο στο χέρι.
Ο θαυμασμός και η αναστάτωση που ζωγραφίστηκε στο βλέμμα τους τις αποζημίωσε για τις πολλές ώρες της προετοιμασίας κι εκτόξευσε την καλή τους διάθεση στα ύψη. Ο Πάολο πέρασε το χέρι του γύρω από τους ώμους της  Φρίντας, ο Αρτούρο έπιασε αγκαζέ την Βικτώρια κι οι δυο φίλες, ανταλλάσσοντας ματιές γεμάτες νόημα, αφέθηκαν στην όμορφη βραδιά και στις επιλογές των συνοδών τους σχετικά με το πού θα πήγαιναν και τι θα έτρωγαν.
Και δεν έπεσαν έξω. Οι δυο  Φλωρεντίνοι λάτρευαν την πόλη τους κι ήξεραν κάθε όμορφη γωνιά της, από εκείνες που δεν υπάρχουν στους τουριστικούς οδηγούς. Απόλαυσαν μια υπέροχη διαδρομή δίπλα στο ποτάμι και εν συνεχεία ένα γευστικότατο δείπνο από ραγκού πάπιας και φοκάτσια με συνοδεία ενός μεθυστικού λευκού κρασιού από αμπελώνες της Τοσκάνης σε μια τρατορία κρυμμένη πίσω από  ανθισμένες γλυσίνιες. Κι όταν ο Αρτούρο, ο ξεναγός, πρότεινε να πάνε βόλτα με άμαξα, οι δυο φίλες  χειροκρότησαν την ιδέα με ενθουσιασμό.
Νάτες λοιπόν, συντροφιά με δυο γοητευτικούς Ιταλούς, να απολαμβάνουν την μοναδική μεταμεσονύκτια ατμόσφαιρα της μαγικής Φλωρεντίας.


ΦΡΙΝΤΑ

Κι ενώ τα πέταλα των αλόγων κροτάλιζαν στο καλντερίμι του κέντρου της πόλης, ο αμαξάς άρχισε να τραγουδάει ένα παλιό Ιταλικό τραγούδι. Οι δυο νεαροί το έπιασαν κι αυτοί στην δεύτερη στροφή και, κοιτάζοντας στα μάτια την Φρίντα και την Βικτώρια, άρχισαν μια βέρα σερενάτα α λα Φιορεντίνα. Μερικοί τουρίστες ξενύχτηδες  κοίταξαν χαμογελαστοί την μελωδική άμαξα κι ένα αδεσποτάκι αποφάσισε να κολλήσει στη συντροφιά και να προσθέσει κι αυτό το παραπονιάρικο γάβγισμά του.
Οι δυο φίλες είχαν αφεθεί στις νότες του τραγουδιού και στα τρυφερά χάδια  ζώντας το παρόν με μια πρωτόγνωρη ένταση. Ταμπού, σεμνοτυφίες και ηθικολογίες είχαν διαλυθεί στα  νερά του ποταμού Άρνου και η Βικτώρια σκούντησε την κολλητή της.
«Φρίντα, έλα να δείξουμε και εμείς στους γείτονες τι εστί Ελληνικό κέφι. Βάλε στην διαπασών το... πώς το λες μωρέ, το άιφόν σου με κανένα μερακλίδικο, ξέρεις εσυ».
Η κατάφωτη Πιάτσα ντελ Ντουόμο  άνοιξε την φιλόξενη αγκαλιά της και οι φιλενάδες κατέβηκαν από την άμαξα και χύθηκαν επάνω της χορεύοντας μια βαριά ζεϊμπεκιά με την συνοδεία της μουσικής των «Λαδάδικων» του Μητροπάνου και με τον σεβντά μιας ολόκληρης ζωής.
Ο αμαξάς, ο Πάολο και ο Αρτούρο έμειναν να τις κοιτάζουν από την άμαξα αποσβολωμένοι. Κι όταν και η τελευταία νότα του μπουζουκιού έσβησε πάνω στους μεσαιωνικούς τοίχους, οι θερμόαιμοι Ιταλοί ξεσπασαν σε παρατεταμένες ζητοκραυγές, πήδησαν σβέλτα κάτω και, ενώ το i-phone συνέχιζε με την «Δημητρούλα» της Αλεξίου, έστησαν ένα τρελό τσιφτετέλι με τις δυο φιλενάδες προς μεγάλη ευχαρίστηση των περαστικών, που έκαναν κύκλο γύρω τους και τους χειροκροτούσαν  φωνάζοντας ενθουσιασμένοι «viva grecia immortale»!


ΟΙ ΚΑΙΡΟΙ ΟΥ ΜΕΝΕΤΟΙ

Η Αδριατική στραφτάλιζε κάτω από τον εκτυφλωτικό μεσημεριάτικο ήλιο του φθινοπώρου. Η Βικτώρια, καθισμένη όπως πάντα στο παράθυρο, χάζευε τις δαντελωτές ακτές της Δαλματίας, που απλώνονταν σε πανέμορφα φιόρδ είκοσι χιλιάδες πόδια από κάτω. Η Φρίντα δίπλα της, πάντα στην θέση του διαδρόμου για να μπορεί να σηκώνεται κάθε τόσο και να τσεκάρει το μακιγιάζ της στο WC, έκλεισε το τελευταίο τεύχος του Marie Claire που ξεφύλλιζε, και πάτησε το κουμπί για να καλέσει την αεροσυνοδό
            «Τι τη θες;» ρώτησε η Βικτώρια.
            «Να μου φέρει κάτι να πιω, βαρέθηκα... και δεν μπορώ και να καπνίσω, να πάρει ο διάολος τις διεθνείς οδηγίες και τις ΙΑΤΕς...»
            «Ευτυχώς! Αλλιώς θα μας είχες ντουμανιάσει...»
            Η Φρίντα κάτι πήγε να πει αλλά την ίδια στιγμή έσκυψε πάνω της ο γοητευτικότερος άντρας που είχε δει στη ζωή της - και της κόπηκε η ανάσα.
            «Prego signora», την ρώτησε ο αεροσυνοδός που είχε δει την κλήση της. Η Φρίντα γούρλωσε τα μάτια, ψέλλισε ένα «vino prego» τσάτρα πάτρα και τον παρακολούθησε με το βλέμμα μέχρι το κυλικείο κόβοντάς τον από πάνω μέχρι κάτω.
«Αμάν φιλενάδα!» άρπαξε το χέρι της Βικτώριας. «Τι ήταν αυτό; Τι θεός, τι άγγελος! Πρέπει οπωσδήποτε να κάνω κονέ – οπωσδήποτε σου λέω!»
«Έλεος, μαρή, έλεος! Κάνε και λίγο κράτει, αμάν!» αγανάκτησε η άλλη.
«Οι καιροί ού μενετοί, Βικτωράκι μου! Εσύ μου το έμαθες αυτό, θυμάσαι; Κι εγώ, σαν καλή μαθήτρια, θα το εφαρμόσω κατά γράμμα!» γέλασε η Φρίντα κι έβγαλε το κραγιόν και το καθρεφτάκι από την τσάντα της.