Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

2023 - Με ελπίδα και σκεπτικισμό…

 

Με ελπίδα και σκεπτικισμό…

Ήρθες

Με πολλά πρόσωπα – τόσα, όσα ίσως κι οι άνθρωποι στη γη

Ο καθένας εναποθέτει πάνω σου όσα κρύβει η ψυχή και η λαχτάρα του – όνειρα, προσδοκίες, ευχές, βιώματα

Με αδημονία, με έκκληση, με απαίτηση

Κι εσύ χαμογελάς διστακτικά, επιφυλακτικά, αμήχανα

Με τους ώμους σου να βαραίνουν από τα δισεκατομμύρια «παρακαλώ» και «θέλω»

Ρίχνεις λοξές ματιές στον «παλιό» που χάνεται στου δρόμου την στροφή μήπως και σου στείλει κάποιο μήνυμα, κάτι να σε βοηθήσει ν’ ανέβεις το θεόρατο βουνό των δώδεκα μηνών σου

Μα βλέπεις μοναχά την πλάτη του να απομακρύνεται γερτή κι ακούς το βήμα το βαρύ να σέρνεται στην ομίχλη της λησμονιάς

Και παίρνεις ανάσα βαθιά

Και κάνεις το πρώτο βήμα στην πρώτη μέρα – αβέβαιο, ασταθές, ανήσυχο

Γιατί δεν ξέρεις πως, για όσα κάνεις και για όσα δεν κάνεις, για όσα φέρεις και για όσα δεν φέρεις, ΔΕΝ είσαι υπεύθυνος εσύ

Κι ας σου φορτώνουμε, εμείς οι αδύναμοι, τις αμαρτίες όλου του κόσμου για να αποτινάξουμε από πάνω μας την δική μας ευθύνη για ό,τι στραβό κι ανάποδο κάνουμε και για ό,τι καλό και σωστό παραλείπουμε

Γι αυτό κι εγώ δεν θα σου ζητήσω τίποτε πέρα από χρόνο και την δυνατότητα να ζήσω και να πράξω κατά συνείδηση και ικανότητα

Και κάτι ακόμη, μια μικρή παράκληση – βλέπεις δεν μπορώ να αντισταθώ, η ανθρώπινη φύση είναι αδύναμη και το συναίσθημα υπερτερεί της λογικής των επιχειρημάτων

Να είσαι καλόγνωμος και φιλικός – αυτό μόνο

Καινούργιε χρόνε, καλωσόρισες!




 

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2022

ΠΑΕΙ Ο ΠΑΛΙΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ

 

ΠΑΕΙ Ο ΠΑΛΙΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ

Απολογισμός - αναπόφευκτος...

Στο τέλος της ημέρας

Της εβδομάδας

Του μήνα

Πόσω μάλλον στο τέλος του χρόνου

 Όπου κάνουμε υπολογισμό πεπραγμένων, ισολογισμό των συν και των πλην, ελπίζοντας κι ευχόμενοι τα πρώτα να υπερτερούν των δεύτερων - να είναι τα καλά που ζήσαμε και κάναμε περισσότερα από τα λάθη και τις παραλείψεις μας.

Να είναι οι θετικές στιγμές της χρονιάς που πέρασε περισσότερες και σημαντικότερες των αρνητικών - που κι αυτές οι τελευταίες έχουν την αξία τους μιας και μας διδάσκουν (αν) έστω και με τον δύσκολο τρόπο

Όπου, υπακούοντας σε ψευδαισθήσεις και ευσεβείς πόθους, ελπίδες και προσμονές θαρρούμε (σαν αφελή παιδιά που ειμαστε κατά βάθος) πως εκείνη η φευγαλέα στιγμή, εκείνο το  -από μας τους ίδιους βαλμένο- αδιόρατο όριο ανάμεσα στις δυο χρονιές θα κάνει την διαφορά

Πως θα φύγει ο χρόνος ο παλιός, που του χρεώνουμε όλα τα δεινά μας λησμονώντας -εντελώς άδικα- τα όμορφα που μας χάρισε, και θα έρθει ο καινούργιος γεμάτος υποσχέσεις που -ξέρουμε καλά- πως ελάχιστα θα κρατήσει... μα εμείς τον προσκυνούμε παρ' όλα αυτά.

 Απολογισμός λοιπόν... αναπόφευκτος...

 Ωστόσο ας θυμόμαστε πως, όσο και να του λέμε

 

"Γέρο χρόνε φύγε τώρα,

πάει η δική σου η σειρά,

ήρθε ο νέος με τα δώρα,

με τραγούδια και χαρά"


κάπου στο τέλος πρυτανεύει η (κοινή) λογική κι η νοσταλγία και τον ξεπροβοδίζουμε πιο σπλαχνικά

"Μα κι αν φύγεις μακριά μας

στην καρδιά μας πάντα ζει

κάθε λύπη και χαρά μας

που περάσαμε μαζί"


Καλούς απολογισμούς φίλοι μου!




 

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2022

Ένα (αλλιώτικο) χριστουγεννιάτικο παραμύθι με νεράιδες

 

Ένα (αλλιώτικο) χριστουγεννιάτικο παραμύθι με νεράιδες

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε σε ένα μεγάλο, όμορφο σπίτι μια ευτυχισμένη οικογένεια. Ο μπαμπάς, η μαμά και τα τρία τους αγόρια -  ο Ζήτα (13 χρόνων τώρα που γράφεται το παραμύθι μας), ο Ήτα στα 16 και ο Θήτα στα 19. Όμως μια διαβολική μάγισσα ζήλεψε την ευτυχία τους και έστειλε μια κακιά αρρώστια στην μαμά, που έφυγε μακριά τους… Έτσι ο μπαμπάς έγινε και πατέρας και μάνα για τους γιους του. Ωστόσο, μην αντέχοντας τον χαμό της γυναίκας του, μετά από λίγο καιρό έφυγε κι αυτός αφήνοντας τα τρία αδέλφια πεντάρφανα με τον Θήτα, τον μεγαλύτερο, να αναλαμβάνει τις ευθύνες των μικρότερων παιδιών, όντας ακόμη παιδί κι αυτός. Ο κόσμος τους κατέρρευσε από την μια στιγμή στην άλλη κι εκείνα έμειναν ολομόναχα χωρίς κανέναν κοντινό συγγενή, χωρίς κανέναν να τα νοιάζεται, να τα φροντίζει… Και το σπίτι ερήμωνε κάθε μέρα που περνούσε όπως κάθε
μέρα ερήμωνε και η ζωή τους…

Και τότε εμφανίστηκε η καλή τους νεράιδα. Χωρίς να χάσει χρόνο έστειλε τις μαμάδες τριών συμμαθητών τους να τα πάρουν στα δικά τους τα σπίτια, να τα έχουν σαν τα δικά τους παιδιά, μέχρι να βρεθεί μια λύση. Και η λύση βρέθηκε! Το σχολείο και η τοπική κοινωνία κινητοποιήθηκαν, ο Θήτα βρήκε προσωρινά δουλειά στον δήμο σαν κηπουρός μέχρι να βγει η σύνταξη του πατέρα τους και να συνεχίσει τις σπουδές του, το σπίτι επισκευάστηκε, τα παιδιά επέστρεψαν στην εστία τους κι ανέλαβαν με πολλή υπευθυνότητα την καθημερινότητά τους και δεν έμενε παρά να λυθεί το τελευταίο πρόβλημα: η διατροφή τους, μιας και κανένα δεν ήξερε/μπορούσε να μαγειρεύει.

Και τότε η καλή τους νεράιδα εμφανίστηκε ξανά. Λίγο πριν τα Χριστούγεννα, με το μαγικό της ραβδάκι, έχρισε «μαμάδες» εφτά μαμάδες άλλων συμμαθητών, που ανέλαβαν να μαγειρεύουν εκείνες (μια φορά την εβδομάδα η κάθε μια) και να πηγαίνουν φαγητό στα παιδιά  μέχρι να βρεθεί μια πιο μόνιμη λύση. Μάλιστα, για να μην μπερδεύονται, απέκτησαν και ονόματα - η μαμά Δευτέρα, η μαμά Τρίτη και ούτω καθ΄ εξής.

Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα!

Σ.Σ. Η ιστορία μας είναι φανταστική κι οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις είναι εντελώς τυχαία.

Ή μήπως όχι;





Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

Τα ήσυχα βράδια

 


                           Τα ήσυχα βράδια

         

          «Τα ήσυχα βράδια η ψυχή μου θ' ανάβει

σαν μεγάλο καράβι που θα 'σαι μέσα κι εσύ»

 

Κι εσύ… κι εσύ… κι όλοι οι δικοί μου

Παρόντες και μεγάλοι απόντες

Ξενιτεμένοι ή στην διπλανή μου πόρτα

Εκείνοι που μιλούμε κάθε μέρα

Εκείνοι που μιλούμε σπάνια αλλά αληθινά

Συγγενείς που κέρδισαν την φιλία μου

Φίλοι που λογιάζω για συγγενείς μου

Αγαπημένα τετράποδα στην αγκαλιά μου

Ή που έφυγαν από την αγκαλιά μου

Γιατί έκλεισε ο κύκλος της ζωής τους

Ή γιατί κάποιοι τον έκλεισαν βίαια…

 

Για τους άλλους δεν έχει θέση

Στο καράβι

Στην ζωή

Στην ψυχή μου





Τετάρτη 20 Ιουλίου 2022

«Κάηκαν σπίτια»

 

«Κάηκαν σπίτια» λένε στις ειδήσεις…

Χαλάσματα που ακόμη καπνίζουν. Η στέγη έχει βουλιάξει, έχει γκρεμιστεί και πατάς με κόπο πάνω στα σπασμένα κεραμίδια που καίνε ακόμη. Τα παράθυρα χάσκουν ορθάνοιχτα, με καμένα τα κουφώματα σαν στόματα μαυρισμένα που ακόμη ουρλιάζουν την απόγνωση της πύρινης καταστροφής. Θυμάσαι που μάγκωνε το παντζούρι του δωματίου σου και παιδευόσουν να το ανοίξεις; Δεν θα σε παιδέψει ξανά, δεν υπάρχει πια.

Όπως δεν υπάρχει και το δωμάτιό σου εξ άλλου. Όπως δεν υπάρχει ό,τι αγαπημένο είχες μέσα σ’ αυτό. Η φωτογραφία του γάμου σου στο κομοδίνο, οι πίνακες του πατέρα σου στους τοίχους. Δεν υπάρχει κομοδίνο, δεν υπάρχει κρεββάτι, δεν υπάρχουν τοίχοι. Ούτε το μικρό γραφειάκι στη γωνιά. Το λάπτοπ σου, γεμάτο  πολύτιμες για σένα καταγραφές και φωτογραφίες, ανεκτίμητες και πλέον οριστικά χαμένες, δεν το διακρίνεις καν μέσα στα κάρβουνα.

Προχωράς πατώντας στάχτες κι αποκαΐδια. Το δωμάτιο του παιδιού. Θυμάσαι με πόση αγάπη το είχες φτιάξει; Τίποτε δεν γλίτωσε. Το κρεββάτι, το γραφείο. Η φωτογραφία της αποφοίτησής του στον τοίχο. Το αρκουδάκι που κοιμόταν αγκαλιά σαν ήταν μωρό και που το φύλαγες σαν κόρη οφθαλμού κι ας είχε χάσει το ένα του μάτι. Τον έπαινο για την καλύτερη έκθεση που είχε πάρει στο δημοτικό. Το μετάλλιο που είχε πάρει στο γυμνάσιο όταν κέρδισε η ομάδα του στο μπάσκετ.

Προχωράς προς το σαλόνι. Όλεθρος. Θυμάσαι που τσακωνόσασταν για το χρώμα στις κουρτίνες; Δεν υπάρχουν κουρτίνες, δεν υπάρχει τίποτε. Μόνο όγκοι μαυρισμένοι που κάποτε ήταν τα έπιπλα, εκείνα που ψάχνατε μήνες για να τα βρείτε. Ταχύνεις το βήμα, αρχίζεις να λυγίζεις, δεν θα αντέξεις για πολύ, πρέπει να τελειώνεις μ’ αυτό το μακάβριο οδοιπορικό σε έναν κόσμο οριστικά χαμένο. Οριστικά καμένο.

Προσπερνάς βιαστικά την πόρτα του μπάνιου ρίχνοντας μια φευγαλέα ματιά σ’ εκείνο που κάποτε ήταν ο αγαπημένος σου μπρούτζινος καθρέφτης με τα σκαλίσματα και που τώρα είναι μια άμορφη μάζα πάνω σε ραγισμένα πλακάκια. Διασχίζεις την κουζίνα αποφεύγοντας να κοιτάξεις το λιωμένο ψυγείο, τον γκρεμισμένο πάγκο, τα ψηφιδωτά πλακάκια που κείτονται θρύψαλα στο καρβουνιασμένο πάτωμα και που τόσο τα καμάρωνες. Θυμάσαι πόσο πολύ είχατε ψάξει μέχρι να τα βρείτε κι αυτά;

Βγαίνεις στην πίσω βεράντα. Αποκαΐδια η κουνιστή πολυθρόνα που ρέμβαζες το φεγγάρι. Λυγισμένα τα κάγκελα που ακουμπούσες κι αγνάντευες μέχρι ως κάτω τη θάλασσα. Καρβουνιασμένη η κόκκινη βουκαμβίλια που τόσο αγαπούσες και καμάρωνες. Που ανέβαινε από κάτω, από τον κήπο, μέχρι σχεδόν πάνω στην σκεπή. Την σκεπή που δεν υπάρχει πια να στεγάσει εσένα, τους αγαπημένους σου, την ζωή σου. Την ζωή που ήξερες και που αποχαιρέτισες οριστικά την στιγμή που άρπαξες αλλόφρων τον σκύλο και τα κλειδιά του αυτοκινήτου κι έφυγες αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα.

Κι εκεί, δίπλα στην βουκαμβίλια που καπνίζει ακόμη, καταρρέεις. Λες κι αυτό το φυτό, το μέχρι χτες γεμάτο λουλούδια και ζωή που σε κοιτάζει με παράπονο, να σου έδωσε την χαριστική βολή. Καταρρέεις πάνω στα μαυρισμένα πλακάκια με βουβά αναφιλητά. Στα ρουθούνια σου η φριχτή μυρωδιά του καμένου. Στα αυτιά σου το τίποτα, δεν ακούγονται πια τα πουλιά και τα τζιτζίκια. Στα μάτια σου δάκρυα ανεξέλεγκτα που πασχίζουν να ξεπλύνουν τις εικόνες που μόλις αντίκρισες, να δώσουν διέξοδο στο ποτάμι της απόγνωσης που φουσκώνει στην ψυχή σου.

Κάηκαν σπίτια.

Κάηκαν ψυχές…

Τρίτη 12 Ιουλίου 2022

Ο κόσμος των σκιών

 

Ο κόσμος των σκιών

 

Κάποια μέρα θα ψάχνεις να με βρεις

Μα δεν είμαι εκεί

Θα είναι μόνο η σκιά μου

Κάτω από το νυχτολούλουδο του κήπου

Δίπλα στην πικροδάφνη της αυλής

Πίσω από την βουκαμβίλια του φράχτη

 

Θ’ απλώνεις το χέρι

Να την αγγίξεις

Μα αυτή θα ξεφεύγει και θα χάνεται

Όχι γιατί δεν θα αποζητά το άγγιγμά σου

Κι εκείνη

Μα γιατί έτσι κάνουν οι σκιές

Από τα χρόνια τα αρχαία

Μένουν απόμακρες και σιωπηλές

 

Ίσως γιατί τα είπαν όλα πριν γίνουν σκιές

Και δεν έχουν τι άλλο να πουν

Ίσως γιατί είναι τόσα πολλά

Εκείνα που δεν πρόφτασαν να πουν

Ενόσω μπορούσαν

Και τώρα πια δεν ξέρουν πώς κι από πού

Να αρχίσουν

Ίσως πάλι γιατί στ’ αλήθεια μιλούν

Αλλά τα λόγια είναι άηχα

Και τ’ ακούει μόνο η ψυχή εκείνων

Που ψάχνουν να τις βρουν

 

Κάποτε θα ψάχνεις να με βρεις

Ή, πάλι,

Κάποτε μπορεί να ψάχνω να σε βρω

Εγώ

Κανείς δεν ξέρει τι σχεδιάζει

Ο  κόσμος των σκιών

Μα θα είμαι πάντα εκεί

Θα είσαι πάντα εκεί

Κάτω από το νυχτολούλουδο του κήπου

Δίπλα στην πικροδάφνη της αυλής

Πίσω από την βουκαμβίλια του φράχτη

 

Κι αυτό είναι το μόνο χειροπιαστό

Και σίγουρο

Στον κόσμο των σκιών

 

 

 

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

Τα "βουναλάκια" μου ❤

 

Τα "βουναλάκια" μου 

Με περιμένουν κάθε μέρα χοροπηδώντας στον φράχτη της αυλής τους στο σπιτάκι του βουνού, εξ ου και το όνομα.

 Τι κι αν η απόσταση από το σημείο που παρκάρω είναι πάνω από 200 μέτρα, εκείνα ξέρουν καλά πλέον και τον θόρυβο του αυτοκινήτου και το σχήμα του και αρχίζουν να γαυγίζουν μ' εκείνες τις αστείες κουταβίσιες φωνούλες τους με το που θα με δουν να ανηφορίζω φορτωμένη κροκέτες και μπιτόνια νερό.

 Κι όταν φτάσω και μπω μέσα, τι πανηγύρι! Πέφτουν πάνω μου, μου τραβούν τα ρούχα, φιλούν και δαγκώνουν τα χέρια μου, που δεν ξέρουν ποιο να πρωτοχαϊδέψουν. Κι εγώ τα παίρνω αγκαλιά και τα κανακεύω και νιώθω να γεμίζει η ψυχή μου αγαλλίαση κι ομορφιά!

 Τα βουναλάκια μου! Τα 3 μηνών μωράκια μου! Η Λάρα, η Αβάνα, ο Φιντέλ κι ο Κροφτ - με την σειρά που είχαν στηθεί να με υποδεχτούν σήμερα. Κι εγώ, σαν κάθε μέρα, τα γέμισα φιλιά και τους υποσχέθηκα, για μια ακόμη φορά, πως θα φροντίσουμε, όλη η ομάδα της Φιλοζωικής Δράσης, να βρουν τις καλύτερες οικογένειες να τα υιοθετήσουν! 






"Ολίβια το κορίτσι του φάρου"

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Η λογοτεχνική οικογένεια των Εκδόσεων Ελκυστής μεγαλώνει και καλωσορίζουμε με μεγάλη μας χαρά το βιβλίο 

"Ολίβια το κορίτσι του φάρου" 
της συγγραφέως μας Βασιλικής Αποστολοπούλου-Αναστασίου!

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ

Ένας φάρος στην κορυφή του λόφου, στην εμπασιά του λιμανιού, που κρατάει για χρόνια καλά κρυμμένα μυστικά.

Ένας γερο-φαροφύλακας που έχει για μόνη συντροφιά τα πλοία που διαβαίνουν, τα γλαροπούλια και τις αναμνήσεις του.

Ένα εικοσάχρονο κορίτσι που αφήνει την εγγλέζικη καταχνιά για να βρει τις ρίζες του στο εκτυφλωτικό αιγαιοπελαγίτικο φως.

Η Ολίβια ψάχνει το δικό της Άγιο Δισκοπότηρο σ’ ένα πανέμορφο κυκλαδονήσι και τα κλειδιά σε τούτη την αναζήτηση τα κρατάει ο Μαθιός. Ο Μαθιός κι η Μαρουσώ. Άραγε θα μπορέσει να τα αποκτήσει, για να ανοίξει το σεντούκι των κρυμμένων μυστικών;

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Η Βασιλική Αποστολοπούλου-Αναστασίου γεννήθηκε στη Βέροια, όπου και τελείωσε το δημοτικό ενώ τη μετέπειτα ζωή της –μέχρι και σήμερα– την έχει ζήσει στην Αθήνα.

Σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και υπηρέτησε ως γιατρός στο Εθνικό Σύστημα Υγείας έως τον Δεκέμβρη του 2013, οπότε και αποχώρησε. Είναι παντρεμένη με τον γιατρό Μανώλη Αναστασίου και έχουν αποκτήσει δυο γιους.

Τον Δεκέμβριο του 2010 εκδόθηκε το πρώτο της μυθιστόρημα με τον τίτλο «Το βαλς μιας ζωής» κι από τότε γράφει διαρκώς. Ζει μόνιμα με τον άντρα της στο Λαγονήσι και μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στο γράψιμο, τη φροντίδα των αγαπημένων της τετράποδων και τα ταξίδια σε Ελβετία και Αγγλία, όπου ζουν και εργάζονται τα παιδιά της και μεγαλώνουν τα εγγόνια της.

ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ

«Το βαλς μιας ζωής» (μυθιστόρημα, ΙΒΙΣΚΟΣ, 2010)

«Ψηφίδες» (ποίηση, BOOKSTARS, 2014)

«Φρίντα και Βικτώρια» (νουβέλα, ΤΟΒΙΒΛΙΟ, 2014)

«Βουκαμβίλιες και γεράνια» (ποίηση, ΤΟΒΙΒΛΙΟ, 2015)

«Η μετακόμιση των χρωμάτων» (διηγήματα, ΤΟΒΙΒΛΙΟ, 2016)

«Πάροδος Μουσών 9» (μυθιστόρημα, ΠΝΟΗ, 2017)

«Αποτυπώματα» (ποίηση, ΠΝΟΗ, 2018)

«Δωροθέα» (μυθιστόρημα, ΠΝΟΗ, 2019)

«Οι άθλοι του Ηρακλή» (παραμύθι για μεγάλους, ΑΥΤΟΕΚΔΟΣΗ, 2020)

«Από αγάπη και πέτρα» (διηγήματα, ΑΥΤΟΕΚΔΟΣΗ, 2021)