Παρασκευή 27 Απριλίου 2018


Αντίο λοιπόν, αντίο…

Ήμουν δεν ήμουν 18 χρόνων όταν εμφανίστηκες στη ζωή μου. Συγκεκριμένα το καλοκαίρι μετά το τέλος της έκτης γυμνασίου (ναι, πρόλαβα το εξατάξιο γυμνάσιο, είμαι ΤΟΣΟ μεγάλη) καθώς διάβαζα μέσα σε ανυπόφορη ζέστη (δεν είχαμε κλιματιστικά) για τις εισαγωγικές του Σεπτέμβρη στο Πανεπιστήμιο (τότε δίναμε εμείς κι έτσι λέγονταν κι όχι πανελλήνιες - είπαμε, μεγάλη)  με τις μπαλκονόπορτες και τα παράθυρα διάπλατα μπας κι ανασάνω λιγάκι - εκεί, στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, στην οδό Μπουζιάνη, στη Δάφνη.

Ήρθες αθόρυβα να μη με ενοχλήσεις - είχα που είχα φορτώσει με τις ασκήσεις της Φυσικής και του 40 βαθμούς υπό σκιάν, ο μπελάς σου μου έλειπε. Ωστόσο ήσουν τόσο διακριτικός που λίγο μετά ξέχασα εντελώς την παρουσία σου και ξαναχάθηκα μεσοπέλαγα  Φυσικής και Χημείας.

Και κάπως έτσι ξεκίνησε η κοινή μας ζωή. «Ετούτος ήρθε για να μείνει», σκέφτηκα, «σε αντίθεση με τον προηγούμενο που μας βγήκε σκάρτος από την αρχή κι ευτυχώς τον ξεφορτωθήκαμε ανώδυνα, με συνοπτικές διαδικασίες». Υπήρξες άψογος, παράπονο δεν έχω. Υπέμενες αγόγγυστα όλες μου τις παραξενιές και με υπηρετούσες ευσυνείδητα κι αποτελεσματικά. Κι εγώ όμως σε φρόντιζα, σε νοιαζόμουν, σε πήγαινα στον γιατρό μια φορά το χρόνο για τσεκάπ ή όταν, σπάνια, αισθανόσουν κάποια ενόχληση.

Πέρασαν χρόνια πολλά, πάνω από 45,  κι άρχισες μοιραία να κουράζεσαι - να φτάνει στο τέρμα της η κοινή μας πορεία. Τις πρώτες ενδείξεις αυτής σου της παρακμής τις αγνόησα εσκεμμένα. Δεν ήθελα να μπω στην περιπέτεια του αποχωρισμού, καλά είχαμε βολευτεί τόσα χρόνια. Ωστόσο η κατηφόρα είχε ήδη ξεκινήσει κι όσο πήγαινε και βάραινε η κατάστασή σου - σε σημείο που να αρχίσω να αποδέχομαι τον αναπόφευκτο χωρισμό και να νοιάζομαι πια μόνο για το πώς να τον κάνω όσο γινόταν λιγότερο οδυνηρό.

Σήμερα το μεσημέρι γράφτηκε το τέλος στην τόσων χρόνων  συμβίωσή μας. Τα σημάδια όλο και πύκνωναν, διαμαρτυρόσουν κάθε μέρα όλο και περισσότερο κι από προχτές  έδειχνες να υποφέρεις - και μαζί σου κι εγώ. Ο γιατρός που σε κοίταξε κούνησε το κεφάλι του και είπε «δεν μπορώ να κάνω τίποτε, θα πρέπει το πάρεις απόφαση» - και το πήρα, μιας όλα έχουν μια αρχή κι ένα τέλος.  Στην ώρα του αποχωρισμού φέρθηκες για μια ακόμα φορά γενναιόδωρα και τον έκανες όσο το δυνατόν πιο ήπιο - το μόνο που μου έμεινε μέχρι τούτη τη στιγμή  σαν αίσθηση είναι  μια (αναπόφευκτα) κακή διάθεση κι ένα ελαφρύ μούδιασμα, που σιγά σιγά θα υποχωρήσουν κι αυτά.

Αντίο φρονιμίτη μου…


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου