Πέμπτη 19 Απριλίου 2018


Ελληνίδα μάνα

Η μελέτη

-         Είσαι το απόγευμα για μια βόλτα στα μαγαζιά;

-         Σου έπεσε το λότο ή πέθανε κανας μπάρμπας μακρινός και σου άφησε κληρονομιά;

-         Λότο δεν παίζω και μπάρμπα μακρινό δεν έχω -άσε που και να είχα, σιγά μην τα άφηνε σε μένα!

-         Τότε; Πόθεν το χρήμα;

-         Ποιο χρήμα;

-         Εκείνο που θα φας στα μαγαζιά.

-         Δεν υπάρχει χρήμα -κι αν υπήρχε, θα πλήρωνα τον ΕΝΦΙΑ που μου έχει γίνει κι εφιάλτης.

-         Και τι θα κάνουμε στα μαγαζιά;

-         Λούκινγκ θέραπυ!

-         Παρακαλώ;

-         Παιδάκι μου πώς υπάρχει το σόπινγκ θέραπυ που πας κι αγοράζεις ό,τι βλακεία κι άχρηστο δεις μόνο και μόνο για να ξεφύγεις από τη μελαγχολία; Ε, εμείς ως άφραγκες θα βλέπουμε μόνο.

-         Έχεις εσύ μελαγχολία;

-         Γιατί εσύ δεν έχεις;

-         Δεν το έχω σκεφτεί.

-         Για σκέψου το και θα δεις ότι όλο και κάποια κατάθλιψη σε περιτριγυρίζει με την κρίση, την τρέχουσα πολιτικοκοινωνική μιζέρια, τους μετανάστες και τους άστεγους που βρίσκονται πλέον σε κάθε γωνιά.

-         Τώρα που το λες… Και τι δηλαδή - αν πάμε στα μαγαζιά για το φάτε-μάτια-ψάρια θα μου περάσει;

-         Όλο και θα ξεχαστούμε πάντως.

-         Άσε φιλενάδα, δεν γίνεται - έχω διάβασμα το απόγευμα.

-         Έλα ρε! Αποφάσισες να πας στο ελεύθερο πανεπιστήμιο για ιστορία της τέχνης που μου έλεγες;

-         Όχι, την νομική τελειώνω.

-         Ώπα γιατί σ’ έχασα. Ποια νομική, πότε ξεκίνησες;

-         Όχι εγώ, ο Θανάσης - εδώ και εφτά χρόνια, πάει για σύνταξη…

-         Ο μεγάλος σου; Και τι δουλειά έχεις εσύ;

-         Πώς δεν έχω. Αν δεν του κρατάω το βιβλίο να μου τα λέει δεν πάει να δώσει μάθημα. Κι είναι κάτι τόμοι αυτοί της νομικής ασήκωτοι -αυχενικό έχω πάθει και τένις έλμποου.

-         Αυτό πάλι τι είναι;

-         Πιάσιμο, πόνος στον αγκώνα που παθαίνουν οι τενίστες από τη ρακέτα.

-         Παίζεις εσύ τένις;

-         Όχι αλλά κρατώ τα βιβλία-τούβλα της νομικής.

-         Μάλιστα… και γιατί παρακαλώ δεν διαβάζει μόνος του κοτζάμ μαντράχαλος;

-         Αστειεύεσαι; Και πότε διάβαζε μόνος του; Από την πρώτη δημοτικού ήμουν από πάνω του -να διορθώνω τα ορθογραφικά, να συμμαζεύω τον γραφικό του χαρακτήρα, να λύνουμε ασκήσεις, να μου λέει την ιστορία. Χτίκιασα στο δημοτικό, γκάνιασα στο γυμνάσιο, έκοβα φλέβες στο λύκειο. Τα ξανάμαθα όλα από την αρχή κι ακόμα καλύτερα.

-         Πω πω… δίκιο έχεις, θυμάμαι τώρα που μου τάλεγες - ότι δεν στρωνόταν από μόνος του και τον είχες από κοντά, από το μεσημέρι αρχίζατε το διάβασμα.

-         Αμέσως μετά το φαγητό. Και να γλαρώνω εγώ και να λέω «αχ Θεέ μου, ένα τεταρτάκι μόνο θέλω, ίσα να περάσει ο ύπνος πάνω από τα βλέφαρά μου» -αλλά πού τέτοια τύχη! Μόλις έκλειναν τα ρημάδια, τσουπ άρχιζε να χαζολογάει ο νέος.

-         Μεγάλος σεβντάς πράγματι.

-         Καλά, εσύ δεν τάκανες αυτά;

-         Ποια; Να διαβάζω τα καμάρια μου;

-         Ναι.

-         Όχι αγάπη μου, να χαρείς. Πού καιρός για τέτοια. Το πρωί δουλειά, το απόγευμα οι χιλιάδες δουλειές του σπιτιού, το βράδυ σίδερο μετά τις 11 να πιάνω το νυχτερινό της ΔΕΗ, έπεφτα ξεθεωμένη τα μεσάνυχτα. Άσε που είμαι κατηγορηματικά αντίθετη σαν φιλοσοφία. Ο καθένας τις υποχρεώσεις του και τα παιδιά τα διαβάσματά τους, το καθήκον τους, πάει και τέλειωσε.

-         Και δεν τους κοίταζε κανείς;

-         Ο άντρας μου τους  έλεγχε λιγάκι αν είχαν γράψει και λύσει ασκήσεις κι αυτό μέχρι την δευτέρα δημοτικού. Μετά μάθαινα αν διάβαζαν από την δασκάλα στις συγκεντρώσεις γονέων.

-         Τυχερή ήσουν.

-         Όχι καλή μου - κάθετη και κατηγορηματική ήμουν από όταν ήταν νήπια. Μάζευαν τα παιχνίδια τους, τακτοποιούσαν τα ρουχαλάκια τους στο συρτάρι, πήγαιναν για ύπνο χωρίς δεύτερη κουβέντα και, κάπως έτσι, ήρθε σαν φυσιολογική συνέπεια και το «καθήκον» του διαβάσματος για το σχολείο.

-         Και δεν σου ζήτησαν ποτέ να τα «διαβάσεις»;

-         Μια φορά μόνο ο μεγάλος στην τρίτη δημοτικού. Μου ήρθε στην κουζίνα που έφτιαχνα παστίτσιο με το βιβλίο της μυθολογίας στο χέρι να το κρατήσω να μου πει το μάθημα.

-         Κι εσύ τι έκανες;

-         Του είπα «αστειεύεσαι λεβέντη μου, φτιάχνω τη μπεσαμέλ τώρα, ούτε να το σκέφτεσαι».

-         Και;

-         Γκρίνιαξε « κι εγώ σε ποιον θα τα πω για να δω αν τα ξέρω» οπότε του είπα «πάρε το κασετόφωνο, πάτα το κουμπί, πες τα, γύρνα την ταινία, ξαναπάτα το, άκουσε τι είπες και βρες τα λάθη και τις παραλείψεις σου».

-         Και τόκανε;

-         Όχι βέβαια! Απλά δεν μου ξαναζήτησε να κρατήσω βιβλίο, σκέφτηκε «με τούτη δω χαΐρι και προκοπή δεν θα δούμε» οπότε τα διάβαζε και τα μάθαινε μόνος του. Κι έτσι πήγε όλο το δημοτικό, το γυμνασιολύκειο και το πανεπιστήμιο - πανελλήνιες και σπουδές.

-         Κι ο μικρός;

-         Εκεί ήταν πιο εύκολα τα πράγματα, είχε το τετελεσμένο του μεγάλου για οδηγό.

-         Ενώ εγώ…

-         Ενώ εσύ μάλλον έκανες κακή αρχή κι ακόμα χειρότερη συνέχεια. Ωστόσο σαφώς και δεν σε κρίνω, παιδί από παιδί διαφέρει και κάθε γονιός έχει τις δικές του τακτικές, οπότε…

-         Οπότε;

-         Οπότε με βλέπω να πηγαίνω μόνη μου για λούκινγκ θέραπυ - κι εσύ καλή δύναμη με τον Ποινικό Κώδικα!

-         Ααααχ…

-         Και βαχ μη σου πω!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου