Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

Η 25η ώρα

Νιώθει να αιωρείται. Δυο δυνατά χέρια την κρατούν απαλά και μια μπάσα, αγαπημένη φωνή τής ψιθυρίζει λόγια που δεν καταλαβαίνει αλλά  που την κάνουν  να αισθάνεται τόση ασφάλεια, τόση ζεστασιά… Ένα ολόγιομο φεγγάρι της χαμογελά από ψηλά - κι εκείνη το κοιτάζει με τα έκπληκτα μωρουδιακά της μάτια… 

Το σκηνικό αλλάζει… Περπατά δίπλα του, σ’ ένα καλντερίμι δίπλα σ’ ένα ποτάμι, με το μικρό παιδικό της χεράκι μέσα  στη δυνατή του χούφτα. Ακούει τη φωνή του να της λέει ιστορίες για αρχαίους ήρωες και για ηρωικούς επαναστάτες – κι εκείνη τον ακούει συνεπαρμένη και ταξιδεύει… 

Είναι πια μεγάλη. Κάθεται απέναντί του κι εκείνος της μιλά για τα όνειρά του… όνειρα για το μέλλον της, για την πορεία της στη ζωή. Τα χέρια του συνοδεύουν τα λόγια του με κινήσεις κοφτές, δυνατές, αποφασιστικές - κι εκείνη νιώθει να γεμίζει σιγουριά από τη σιγουριά του… από την έγνοια του γι αυτήν… 

Ντυμένη στα ολόλευκα στηρίζεται στο μπράτσο του. Της χαϊδεύει το χέρι και της ψιθυρίζει «να είσαι ευτυχισμένη, κορίτσι μου»… Γυρίζει και τον κοιτάζει βουρκωμένη – χαμογελά η ματιά του. Ανεβαίνουν τα σκαλιά, ο καλός της την περιμένει… κι εκείνη κάνει το πρώτο βήμα στη νέα της ζωή… 

Του δίνει να κρατήσει το πρώτο της παιδί… Τα δυνατά του χέρια το κανακεύουν τρυφερά… του μιλά, το καλωσορίζει στον κόσμο. Εκείνη τους παρακολουθεί με μάτια γελαστά, συγκινημένα - κι εκείνος την κοιτάζει με ευγνωμοσύνη για το δώρο που του έκανε… και της χαμογελά με απέραντη αγάπη…

 Ταξιδεύουν… Οι δυο τους… Προσκύνημα σε μέρη παλιά, αγαπημένα, δικά τους μέρη… Σεργιανίζουν σε σοκάκια αναλλοίωτα από τον χρόνο. Αναθυμούνται τόσα και τόσα που ζήσανε μαζί. Της διηγείται ξανά ιστορίες - κι εκείνη ακούει τη φωνή τη λατρεμένη και ταξιδεύει ξανά σε χρόνια παλιά… σε χρόνια ανεκτίμητα… 

Τον παρακολουθει να πλησιάζει στο σπίτι. Βήμα αργό, φορτωμένο με τα χρόνια που βαραίνουν τους ώμους του - κι ωστόσο πάντα σταθερό και σίγουρο… Τα χέρια του στηρίζονται στο μπαστούνι, στη «μαγγούρα» του, όπως τη λέει. Την καλησπερίζει με την ίδια βαθιά, μπάσα φωνή – κι εκείνη τον κοιτάζει με απέραντη τρυφερότητα κι αγάπη… 

Τον ακουμπά μαλακά στα μαξιλάρια. Φαίνεται τόσο εύθραυστος… κι ωστόσο το χέρι του στη χούφτα της είναι πάντα τόσο δυνατό… Της ψιθυρίζει λόγια που εκείνη δεν καταλαβαίνει, είναι τόσο σιγανά… Την τυλίγει με μια ματιά που κλείνει μέσα της την αγάπη όλου του κόσμου και διαβαίνει την Πύλη του Ονείρου… κι εκείνη νιώθει τον κόσμο της να γκρεμίζεται…  

Ανοίγει τα μάτια, χαμογελά δακρυσμένη. Το ίδιο όνειρο πάλι… Πάλι ήταν εκεί, κοντά της, δίπλα της… όπως σε όλη τη ζωή της… 

Κοιτάζει το ρολόι - 24.50. «Η 25η ώρα», σκέφτεται με μια γλυκόπικρη γεύση στα χείλη… «Η δική μας ώρα, Πατέρα μου…» 





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου