Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014


Από το καινούργιο μου βιβλίο "Πάροδος Μουσών 9"

     Αεροδρόμιο Ελληνικού. Κόσμος πολύς, αποσκευές παντού, φασαρία, αναγγελίες πτήσεων. Κρατούσε σφιχτά στα χέρια της το διαβατήριο και δεν άφηνε τον Φίλιπ στιγμή από τα μάτια της, φοβόταν πως θα χαθεί, θα εξαφανιστεί μέσα σ’ αυτή την πολυκοσμία αν σταματούσε έστω για μια στιγμή να τον κοιτάζει. Είχαν παντρευτεί; Δεν το θυμόταν, καμιά εικόνα δεν είχε σχετικά. Ωστόσο φορούσε βέρα, άρα ο γάμος είχε γίνει και τώρα ετοιμάζονταν να φύγουν για Αμερική.
     Πλησίασαν το γκισέ κι ο Φίλιπ γύρισε προς το μέρος της για να της ζητήσει το διαβατήριο. Τον κοίταξε με μάτια γουρλωμένα, με την ανάσα της να σταματά και τους σφυγμούς της ξέφρενους. Δεν ήταν ο Φίλιπ ο άντρας που την κοίταζε χαμογελώντας και άπλωνε το χέρι προς το μέρος της ! Ήταν ο Στράτος που της χαμογελούσε, εκείνο το γνώριμο χαμόγελο, το τόσο αγαπημένο! 
Ένιωσε να χάνει τον κόσμο γύρω της. Ο Στράτος! Πώς; Από πού; Κι ο Φίλιπ; Γιατί χάθηκε, πού ήταν; Γύρισε αλαφισμένη το βλέμμα γύρω, πουθενά! Ξανακοίταξε προς το γκισέ, ο Στράτος είχε χαθεί κι αυτός. Ήταν μόνη, ολομόναχη μέσα στο πλήθος. Πανικοβλήθηκε, άρχισε να φωνάζει. «Στράτο! Στράτο!»

     Ξύπνησε λουσμένη στον ιδρώτα. Της πήρε λίγα λεπτά μέχρι να συνέλθει, να καταλάβει πού βρισκόταν. Η σόμπα συνέχιζε να καίει κι εκείνη ήταν κουλουριασμένη στο μικρό καναπεδάκι, στον καθησυχαστικό οικείο χώρο της κουζίνας. Παραμέρισε την κουβέρτα που την είχε σκεπάσει η μάνα της, σηκώθηκε  και πλησίασε στο παράθυρο. Ένιωθε ένα βάρος στο στήθος, μια αγωνία να την πνίγει.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου