Τετάρτη 23 Μαΐου 2018


Ελληνίδα μάνα

Το τοστάκι



-         Θεία SOS!

-         Τι έγινε κοριτσάκι μου; Γιατί τόση αναστάτωση;

-         Ο Πετράκος μου.

-         Έπαθε κάτι το παιδί; Πες μου, μη με τρελαίνεις.

-         Εκείνο τίποτε, ευτυχώς -εγώ θα πάθω καρδιακό εξ αιτίας του.

-         Καρδιακό από το δίχρονο; Μήπως υπερβάλλεις καλό μου;

-         Και λίγα λέω.  Θεία μου, δεν τρώει.

-         Καλά είπα ότι υπερβάλλεις. Μια χαρά είναι το μαναράκι μου, προχτές που τον έφερε η μάνα σου πολύ το χάρηκα το ζουμπουρλουδουκίνι μου! Φαίνεται να το τρώει όλο το φαγάκι του.

-         Ναι, καλά. Μήπως σου είπε η αδελφή σου και πώς το τρώει;

-         Δεν μπήκαμε και σε λεπτομέρειες. Φαντάζομαι με το κουτάλι.

-         Αχ θεία μου μην παίζεις με τον πόνο μου. Με παραμύθια το τρώει. Με καραγκιοζάκια. Με ξεγελάσματα. Ποιος; Ο Πετράκος που δεν τον πρόφταινα με την κρέμα, έπρεπε να έχω δυο κουτάλια να τον ταΐζω.

-         Έτσι ήξερα κι εγώ και πραγματικά απορώ. Τι έγινε και “στράβωσε” έτσι αυτό το καλόφαγο μωρό;

-         Έγινε γιαγιάδες.

-         Παρντόν, τι έγινε;

-         Οι γιαγιάδες, θεία μου - η αδελφή σου και η πεθερά μου. Από τότε που ξεκίνησα και πάλι να δουλεύω τον κρατούν εναλλάξ, μια βδομάδα η μια και μια η άλλη. Κι ενώ σέβονται σε γενικές γραμμές τις απόψεις μας σχετικά με το μεγάλωμα του παιδιού, παράπονο δεν έχω, στο θέμα του φαγητού λες κι έχουν συνεννοηθεί -τώρα που το σκέφτομαι, δεν το αποκλείω- να κάνουν του κεφαλιού τους και να μου σπάνε τα νεύρα.

-         Γιαγιάδες παιδάκι μου, τι περιμένεις. Και για την αδερφή μου το ξέρω, έτσι σε τάιζε και σένα, με τραγουδάκια και παραμύθια κι ένα σωρό αεροπλανικά μπας και δεν φας και την τελευταία κουταλιά.

-         Γι αυτό και μ’ έκανε ένα χοντρομπαλάδικο παιδάκι που είχε τεράστιο κόμπλεξ με το που πήγε στο σχολείο κι έπεφτε η καζούρα από τα άλλα παιδάκια, γι αυτό και στην εφηβεία σταμάτησα εντελώς να τρώω και κόντεψα να γίνω ανορεξική και στο τσακ τη γλίτωσα και μπόρεσα να βρω τον εαυτό μου… άσε.

-         Τάλεγα εγώ της μάνας σου αλλά ποιος άκουγε. Αλλά να σου βγει και η πεθερά τάλε κουάλε, τι να σου πω κοριτσάκι μου - σούτυχε λαχείο, να παίξεις λόττο.

-         Μη με πειράζεις καλέ θεία και πες μου τι να κάνω, εσύ που είσαι λογική και δεν είχες τέτοιες περιπέτειες με τα παιδιά σου.

-         Μπα, μην το λες. Μια από τα ίδια πέρασα κι εγώ με μάνες και πεθερές, έννοια σου. Καθώς μου τα λες, σαν να τις βλέπω -αναπαυμένες να είναι και οι δυο- να μπουκώνουν τον μεγάλο σου ξάδελφο με το κουτάλι της σούπας, έξι μηνών μωρό, μπας και δεν κατεβάσει την πιατάρα με την κρεατοχορτόσουπα. Κι εκείνο το έρμο ξεγελιόταν κι άνοιγε το στόμα - μέχρι που τις πήρε χαμπάρι και τις έπαιζε κομπολόι.

-         Κι ο μικρός; Τα ίδια;

-         Α, μ’ αυτόν τα βρήκαν σκούρα από την αρχή. Όταν δεν ήθελε άλλο, σφράγιζε το στόμα φερμουάρ και δεν το άνοιγε με τίποτε, που να έκαναν και κατακόρυφο μπροστά του!

-         Κι εσύ;

-         Εγώ υπομονή μιας και μου τα κρατούσαν για να πηγαίνω στην δουλειά, καλή ώρα - κι ας έβραζα που δεν εννοούσαν να καταλάβουν αυτά που τους έλεγα. Κι αυτές τέλος πάντων είχαν και το κατοχικό σύνδρομο, πάει στα κομμάτια. Η αδελφή μου όμως, μια ζωή μίζερη με το φαγητό, είναι εντελώς αδικαιολόγητη.

-         Το μεγάλο μου πρόβλημα είναι ότι το παιδί έμαθε έτσι και πρέπει να τα κάνω κι εγώ αυτά τα καραγκιοζάκια στο σπίτι, αλλιώς δεν τρώει. Εσύ τι έκανες αλήθεια;

-         Εγώ αγάπη μου είμαι του δόγματος “κανένας δεν πέθανε από την πείνα όταν υπάρχει φαγητό τριγύρω” και δεν έσκαγα και πολύ. Τα τάιζα όταν ήταν μικρά μέχρι εκεί που ήθελαν κι έτρωγαν επίσης όσο ήθελαν μόνα τους όταν μεγάλωσαν προς μεγάλη απελπισία των γιαγιάδων τους.

-         Και μια χαρά παλικάρια έγιναν τα ξαδέλφια μου, τρώνε απ’ όλα και είναι και στυλάκια.

-         Καλά -αυτό το “τρώνε απ’ όλα” άργησε να έρθει, δυσκολευτήκαμε πολύ να το πετύχουμε.

-         Αλήθεια; Γιατί;

-         Γιατί οι γιαγιάδες μόλις τα έβλεπαν να στραβομουτσουνιάζουν με κάποιο φαγητό είχαν αμέσως έτοιμη τη λύση. “Να σου φτιάξω ένα τοστάκι χαρά μου;” Άλλο που δεν ήθελε η χαρά τους, να κάνει πέρα τις μπάμιες και να την πέσει στο τοστάκι, οπότε ήρθαν και μιζέριασαν και μου κάνανε τα ίδια γυμνάσια και στο σπίτι.

-         Δηλαδή;

-         Είχα ας πούμε μπιφτέκια με μπάμιες. Τις μισούσαν τις μπάμιες, γι αυτό και τις αναφέρω. Έλεγαν με τη μία “μόνο μπιφτέκια” αλλά δεν τους περνούσε. Έβαζα δυο (στην κυριολεξία δυο) μπάμιες σε ένα μπολάκι κι έλεγα “πρώτα τις μπάμιες”. Έπρεπε να τους έβλεπες πώς τις έτρωγαν! Τις κατάπιναν αμάσητες με κλειστά τα μάτια και με μια έκφραση αηδίας και απελπισίας -αλλά τις κατάπιναν. Και μετά το μπιφτέκι.

-         Α τα έρημα!

-         Δεν γινόταν αλλιώς, αν υποχωρούσα θα ζούσαν μόνο με μπιφτέκια και πατάτες τηγανητές. Λίγη σαλάτα, κανα φρούτο με το ζόρι και η λύση τοστάκι πάντα σε πρώτη ζήτηση από τα καμάρια μου. Κάποιες φορές που ήμουν πολύ κουρασμένη ή απηυδισμένη τους άφηνα και πέρναγε το δικό τους -μέχρι λίγο μετά την εφηβεία όλα αυτά.

-         Γιατί, τι άλλαξε μετά;

-         Ανακάλυψαν τα γυμναστήρια και την υγιεινή διατροφή. Βέβαια! Όσα πάλευα και δεν πετύχαινα εγώ χρόνια τα κατάφερε ο γυμναστής εν μια νυκτί! Για πότε μπήκαν τα φρούτα και οι σαλάτες και τα λαδερά στην διατροφή τους ούτε και το κατάλαβα - πανευτυχής εγώ, εννοείται!

-         Οπότε να ελπίζω κι εγώ ότι θα καταφέρω κάποια μέρα να τρώει ο Πετράκος μου μόνος του και απ’ όλα σαν τα ξαδέλφια μου.

-         Αυτό σίγουρα. Μεγαλώνοντας οι λεβέντες μου έμαθαν να τρώνε σωστά  - διατηρώντας μια ιδιαίτερη συμπάθεια στο τοστάκι και μια απόλυτη απέχθεια στις μπάμιες!




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου