Τρίτη 16 Ιουνίου 2020


Ο φάρος του Γαυρίου
Ο φάρος της Ολίβια

Δεσπόζει στην είσοδο του λιμανιού και μας γνέφει φιλικά σε κάθε άφιξη και αναχώρηση από την Άνδρο. Σε απόσταση 1,5 χιλιομέτρου από το σπίτι μου αποτελεί την καθιερωμένη μας βόλτα με τα σκυλιά μέχρι τα ριζά του λόφου του - και λέω μέχρι τα ριζά γιατί το μονοπάτι που οδηγεί στην κορφή του και στον φάρο είναι πολύ ανηφορικό, απότομο, γεμάτο "ελεύθερες" πέτρες που καραδοκούν να τις πατήσεις και να κατρακυλήσεις μαζί τους στην κατηφόρα μέχρι να σε σταματήσει (με όποιο τίμημα) κανας θάμνος ή βράχος.

Είχα ανέβει μια φορά όταν πρωτοήρθαμε στο νησί, μπήκα στον φάρο (χάλασμα πλέον), κοίταξα τα αποτυπώματα της ανθρώπινης παρουσίας στα απομεινάρια του, τον αγάπησα με την πρώτη ματιά και του υποσχέθηκα πως κάποτε θα γράψω μια ιστορία για κείνον - κι έτσι κι έγινε, έστω και με αρκετών χρόνων καθυστέρηση. Η "Ολίβια", η καινούργια μου νουβέλα, διαδραματίζεται ακριβώς εκεί!

Σήμερα, σε μια στιγμή παρόρμησης, ξανανέβηκα το κακοτράχαλο μονοπάτι του συντροφιά με τον Ρόμπι και τον Μαξ και ξανασεργιάνισα στο εσωτερικό του ελαφρά συγκινημένη λες και επέστρεφα σε οικείο χάλασμα από τα δικά μου χρόνια τα παλιά και ξαφνιασμένη από το πόσο καλά θυμόμουν τις λεπτομέρειες του χώρου και τις έχω περιγράψει στην "Ολίβια" - κάτι που αποτυπώνεται τόσο στις φωτογραφίες όσο και στο σχετικό απόσπασμα από την νουβέλα.

"ΟΛΙΒΙΑ

Η Ολίβια κοίταζε ανιχνευτικά τον χώρο. Ο φάρος, σε αντίθεση με τους περισσότερους, ήταν ένα τετράγωνο πέτρινο κτίσμα που έμοιαζε με μικρό πύργο. Εκτός από την πόρτα είχε δυο μακρόστενα παράθυρα σαν πολεμίστρες. Αριστερά της βρισκόταν ένας χτιστός πάγκος με μαξιλάρια, κάτι σαν υποτυπώδης καναπές, κι από πάνω του δυο ράφια γεμάτα βιβλία. Δίπλα του, στην πρώτη γωνία, διέκρινε ένα τζάκι με κάτι ξερόκλαδα μέσα και παραδίπλα μια πέτρινη σκάλα που οδηγούσε σε ένα ξύλινο πατάρι που κάλυπτε σαν ταβάνι χαμηλό κάτι περισσότερο από το μισό του χώρου. Μετά τη σκάλα βρίσκονταν ο πάγκος της κουζίνας".









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου