Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Χάραμα  

Χαράζει. Λιγοστό το φως μπαίνει από τις γρίλιες  και φιλτράρεται στις κουρτίνες με τα ανάγλυφα φύλλα φτέρης. Κάνει λεπτές γραμμές και διαθλάται στον απέναντι καθρέφτη με το μπρούτζινο πλαίσιο. Μια γραμμή αντανακλάται στο μαξιλάρι μου και δίνει, λες, το σύνθημα. «Ξημερώνει -  σήκω να δεις τον ήλιο να ξεμυτίζει πίσω από το βουνό και να διώχνει τις σκιές της νύχτας...»

Σηκώνομαι ακροπατώντας για να μην ξυπνήσω τον καλό μου. Βγαίνω στην αυλή κι ανοίγω τα χέρια σε μια αγκαλιά. Ίσα που προλαβαίνω το άρμα του Φαέθοντα να προβάλει και να γεμίζει τη θάλασσα χρυσόσκονη. Τον καλημερίζω με μια κοφτή κίνηση του χεριού κι ανταποδίδει στέλνοντας όλο και περισσότερες ακτίνες στα γεράνια και τα δεντρολίβανα του κήπου.

Στρέφω τη ματιά από τον ήλιο, που πια την πληγώνει, προς τον φάρο στο έμπα του λιμανιού. Τον «δικό μου» φάρο! Λευκό κτίσμα στην κορφή του λόφου δίνει το στίγμα στα καράβια που περνούν αδιάφορα από μπροστά του. Και σε μένα.  Τη νύχτα την ασέληνη είναι το μόνο φως στο μελανί του πελάγου - αυτός, και τ’ αστέρια στο μελανί του ουρανού. Εκεί ακουμπώ το βλέμμα τις νύχτες που στέλνω το νου να ταξιδέψει μαζί με τον Καββαδία - εκεί το αφήνω και τώρα σ’ ένα φιλικό καλημέρισμα. Κάποια μέρα θα γράψω την ιστορία του. Αυτή που θα μου έχει εμπιστευτεί στις ατέλειωτες ώρες των μυστικών μας ψιθύρων!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου