Κυριακή 16 Ιουνίου 2019


Αχ ρε πατέρα…
Στέκομαι μπροστά στη φωτογραφία σου, από τις τελευταίες που σου έβγαλα πριν φύγεις, και σου μιλάω. Θυμάσαι; Είχαμε έρθει οι δυο μας στο εξοχικό ένα λιόλουστο απομεσήμερο στα τέλη εκείνου του χειμώνα έτσι, για τη βόλτα. Να μαζέψουμε ήλιο, να πιούμε το ουζάκι μας, να καμαρώσουμε την ολάνθιστη  μυγδαλιά που φύτεψες χρόνια πριν με τα χέρια σου, λιανό δεντράκι, και που θέριεψε και τράνεψε. Και να τα πούμε. Αλήθεια, πόσα λέγαμε…
Αχ ρε πατέρα… θυμάσαι;
Στέκομαι μπροστά στη φωτογραφία σου και σου μιλάω. Πολλές φορές τη μέρα, κάθε που περνάω και σε βλέπω να με κοιτάζεις μ’ εκείνο το χαμόγελό σου το ντροπαλό, το γλυκό, το γεμάτο σοφία και αγάπη. Κι έχω τόσα να σου πω. Για τα εγγόνια σου που τόσο αγαπούσες, που τόσο σ’ αγαπούσαν και σε σέβονταν, που σε είχαν σαν πρότυπο σύνεσης και ζωής. Που μεγάλωσαν και πρόκοψαν κι έφτιαξαν τις δικές τους οικογένειες. Για τα δισέγγονά σου που θα μάθουν σαν θα μεγαλώσουν πως είχαν έναν προπάππου ξεχωριστό, μοναδικό. Που θα σ’ αγαπήσουν κι αυτά κι ας μην πρόλαβες να τα γνωρίσεις, να τα κανακέψεις, να τα διδάξεις καλοσύνη και αγάπη.
Στέκομαι μπροστά στη φωτογραφία σου και σου μιλάω. Για μένα. Για τα μικρά και τα μεγάλα που με απασχολούν , για τα όμορφα και τα δύσκολα που γεμίζουν τις μέρες μου, για τα όνειρα και τους καημούς μου. Σε κοιτάζω και σου παραπονιέμαι σαν παιδάκι μικρό. Αχ ρε πατέρα… Γιατί έφυγες και μ’ άφησες; Γιατί μου στέρησες το πράο σου βλέμμα, τη σοφή σου συμβουλή, το άγγιγμά σου που έδιωχνε όλους μου τους φόβους, την γεμάτη αγάπη ματιά που μ' αγκάλιαζε  και με γλύκαινε και με παρηγορούσε; Ορφάνεψα σαν έφυγες- κι ας ήμουν ήδη γιαγιά κι εγώ... Ορφάνεψα σαν το μικρό παιδί που έχασε το απάγκιο του, τη φτερούγα πάνωθέ του -γιατί μια φτερούγα αγάπης και προστασίας ήσουνα για όλους μας.
Αχ ρε πατέρα… πόσο μου λείπεις - και πόσο την ίδια στιγμή σε νοιώθω πάντα δίπλα μου να μ’ αγκαλιάζεις, να μου μιλάς…
Αχ ρε πατέρα…



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου