Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019



Οι άθλοι του Ηρακλή
Οι θείες μου
Πού να σας τα λέω τι ωραία που πέρασα αυτές τα μέρες που έλειπε η μάνα κι ο πατέρας όχι βέβαια επειδή έλειπαν μην παρεξηγιόμαστε κιόλας γιατί πολύ τους αγαπάω εννοείται αλλά να, πήγαν στην Άνδρο και δεν μπορούσαν να με πάρουν μαζί γιατί την τελευταία φορά ήμουν πολύ άτακτος και την κοπάνησα δυο φορές και λαχτάρησε η μάνα και είπε τέρμα δεν ξανάρχεσαι κι εγώ σκέφτηκα σιγά, έτσι το λέει για να με τρομάξει, αλλά όταν είδα τον Ρόμπι με το σαμάρι κι εγώ τίποτε είπα αλήθεια το λέει και πάνω που γυρόφερνα το αμάξι για να χωθώ μέσα στα κρυφά ήρθε η θεία Ολυμπία που ήταν από το πρωί στο σπίτι και μου είπε πάμε Ηρακλάκο μου μια βόλτα; κι εγώ που πετάω τη σκούφια μου για βόλτες άρχισα να χοροπηδάω και πήγαμε λοιπόν κι όταν γυρίσαμε ούτε αμάξι ούτε Ρόμπις ούτε μάνα και πατέρας κι έβαλα τα κλάματα που με εγκατέλειψαν και τότε με πήρε αγκαλιά η θεία Ολυμπία και μου έδωσε πολλά φιλιά και χάδια και μου είπε μην κλαις Ηρακλάκο μου δεν σε εγκατέλειψαν για λίγες μέρες θα είναι μόνο  και θα δεις τι όμορφα που θα περάσουμε οι δυο μας και σαν να παρηγορήθηκα λιγάκι ιδίως όταν μου έδωσε ένα κομμάτι ζαμπονάκι και μετά ήρθε και μια άλλη θεία, η θεία Δέσποινα που είναι φίλη της Ολυμπίας, κι αρχίσαμε να παίζουμε όλοι μαζί και πολύ το χαιρόμουνα που με παίρνανε όλο αγκαλιά κι εγώ τις έγλυφα στη μούρη ενώ η μάνα δεν με αφήνει στη μούρη και το βράδυ κοιμόμουνα στα πόδια της θείας Ολυμπίας αλλά πήγαινα και στη θεία Δέσποινα να την φιλήσω για καληνύχτα και πηγαίναμε και βόλτες όλοι μαζί γιατί μια με κρατούσε από το φλέξι η μια θεία και μια η άλλη επειδή, λέει, τις ξεχέριαζα από το τράβηγμα και σιγά, το πιο φρόνιμο παιδί ήμουνα αλλά μάλλον είναι πολύ ευαίσθητες και καλομαθημένες αλλά η μεγάαααλη πλάκα ήταν ένα βράδυ που κάθονταν στην αυλή και έτρωγαν κασεράκι και μου έδιναν και μένα κομματάκια και κάποια στιγμή μπήκε η θεία Ολυμπία μέσα στο σπίτι και φώναξε και την θεία Δέσποινα κάτι να της δείξει κι εγώ έμεινα μόνος με το κασέρι και σκέφτηκα γιατί να τις κουράζω να μου το κόβουν κομματάκια, μεγάλο παιδί πια, και το πήρα ολόκληρο στο στόμα μου και μετά βγήκαν και με είδαν κι άρχισαν να με κυνηγάνε τσιρίζοντας αλλά σιγά και να μη με πιάνανε και μετά έβαλαν τα γέλια και είπαν χαλάλι σου κλεφταράκο κι εγώ έκατσα κάτω και το πελέκησα όλο το κασέρι και πολύ το φχαριστήθηκα άσε που τόμαθε το κόλπο η θεία Ολυμπία κι όταν βούταγα κάτι που δεν έπρεπε, τον κουβά ας πούμε,  μου φώναζε Ηρακλάκο θες τυράκι; κι εγώ παρατούσα τον κουβά κι άρπαζα τον μεζέ κι έτσι χόρτασα τυράκια και γενικά πέρασα σούπερρρρ με τις θείες μέχρι που ήρθε χτες το σόι από την Άνδρο κι από τη μια χάρηκα τόσο πολύ που τους είδα κι έκανα σαν παλαβός αλλά από την άλλη στενοχωρήθηκα που έφυγαν οι θείες για διακοπές γιατί ήταν πολύ ωραίο διάλειμμα γι αυτό και θα τους στείλω ένα μέιλ να τους πω να ξανάρθουν να ξανακάνουμε ζαβολιές, έτσι θεία Ολυμπία και θεία Δέσποινα; και καλές διακοπές και θα σας περιμένω να σας ξανακάνω χαρές και σας φιλώ πολύ και φέρτε και κανα κασεράκι καθώς θα ερχόσαστε, εντάξει;;;





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου