Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

Ιστορίες στο... φτερό - στο παρά πέντε

Εδώ και πολύ καιρό, από τότε που άρχισα να ταξιδεύω λάιτ, μόνο με χειραποσκευή, πηγαίνω στο αεροδρόμιο καμιά ώρα πριν την αναχώρηση. Με την κάρτα επιβίβασης έτοιμη και χωρίς την (ενίοτε) πολύωρη αναμονή στην ουρά για παράδοση αποσκευής, φτάνεις χαλαρά, περνάς κυριλέ τον έλεγχο και περιμένεις κι από πάνω στην πύλη.

Τούτη την τελευταία φορά, ωστόσο, μου έκατσε το «ενίοτε» και πολύ άσχημα μάλιστα. Έχοντας αποσκευή για παράδοση, έφτασα μιάμιση ώρα νωρίτερα για να έχω χρόνο και άνεση. Αμ δε! Πανικόβλητη αντίκρισα ένα πλήθος επιβατών και αποσκευών να σχηματίζει μια ατέλειωτη ακίνητη ουρά μπροστά στα είκοσι (20 παρακαλώ) γκισέ, όπου οι πάντες πήγαιναν παντού κι εγώ έπρεπε να βρίσκομαι στην πύλη επιβίβασης σε τρία τέταρτα - πράγμα έως απίθανο δεδομένων των συνθηκών και της λαοθάλασσας.

Άρχισα να αγχώνομαι. Η ουρά σερνόταν σαν σαλιγκάρι. Μια κυρία δίπλα μου με το ίδιο πρόβλημα (έφευγε για Λονδίνο σχεδόν την ίδια ώρα) είδε την ανησυχία μου, κατάλαβε και πιάσαμε την κουβέντα προσπαθώντας να βρούμε λύση. Της είπα να προσέχει τα πράγματά μου και πήγα λίγο πιο πίσω, σε έναν υπεύθυνο που είχε πάρει το μάτι μου, να του πω τον πόνο μου και να βρούμε μια λύση. Με κοίταξε ξινά και με ρώτησε αν είχα έρθει δυο ώρες πριν την πτήση. Το μιάμιση ώρα πριν δεν τον κάλυψε, οπότε με αγνόησε παντελώς. 

Επέμεινα λέγοντας ότι είμαστε αρκετοί οι κινδυνεύοντες να μείνουμε απ’ έξω κι εκείνος απλά σήκωσε αδιαφορα τους ώμους.
«Θέλετε να πείτε δηλαδή ότι θα χάσω την πτήση μου ενώ είμαι ΕΔΩ επειδή ήρθα μιάμιση αντί για δύο ώρες νωρίτερα;» τον ρώτησα έξαλλη.
«Ναι», μου απάντησε ξερά και κακιασμένα και γύρισε να δει τι τον ρωτούσε ένας άλλος ταλαίπωρος επιβάτης.

Πώς κρατήθηκα και δεν τον άρπαξα από τα πέτα, μόνο εγώ ξέρω - ίσως γιατί και δεν θα έβγαζα τίποτε και θα την έχανα σίγουρα την πτήση. Σαν ταινία πέρασε από το μυαλό μου μια παλιότερη, πανομοιότυπη εμπειρία μου στο αεροδρόμιο της Βιέννης, χρόνια πριν, όπου την χάσαμε όντως την πτήση εξαιτίας μιας ίδιας λαοθάλασσας κι ας ήμασταν εκεί τρεις ώρες πριν στην ουρά. Σκέτο déjà vu η κατάσταση - αλλά γι αυτό θα σας πω σε επόμενο «φτερό».

«Αν δεν κάνουμε κάτι μόνες μας, δεν μας βλέπω να φεύγουμε»,  είπα στην κυρία που με περίμενε με αγωνία και της εξήγησα για το «ναι». «Πρέπει να πάμε στο γκισέ να ζητήσουμε προτεραιότητα»
«Πάω εγώ τώρα, κρατήστε μου εσείς τη βαλίτσα» απάντησε. Μπήκε κάτω από τις μπλε ταινίες (ευτυχώς δεν είχαμε αντιδράσεις από τους προπορευόμενους), έφτασε στο γκισέ της μπίζνες και, για καλή μας τύχη, η υπάλληλος εκεί ήταν πολύ πιο λογική και ανοιχτόμυαλη από τον ξινό μουντρούχαλο συνάδελφό της. Μας εξυπηρέτησε αμέσως κι αρχίσαμε να τρέχουμε, σχεδόν, για τις πύλες. 

Κάπου στη διαδρομή χώρισαν οι δρόμοι μας, αποχαιρετιστήκαμε σαν παλιές γνώριμες (εν τη ενώσει η ισχύς) κι έφτασα ασθμαίνουσα στη δική μου πάνω που άρχιζε η επιβίβαση - στο παρά πέντε κυριολεκτικά!


Άκου «ναι» ο στραβόξυλος! Ο κακιασμένος!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου