Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Μπαμπά, ξεχνάω...

Θυμάσαι, πατέρα μου; Θυμάσαι που ξεχνούσες; Ξεκίνησε σταδιακά, αθόρυβα, ύπουλα με το που καβάτζωσες τα ογδόντα-κάτι. Πολύ καθυστερημένα, ευτυχώς - για σένα αλλά και για μένα.

Άρχισε με το να ξεχνάς να φέρεις ψωμί γυρνώντας από το καφενείο. Το θυμόσουν μόλις έφτανες στο σπίτι και με έβλεπες... και μαγκωνόσουν, μου ζητούσες συγγνώμη (χώμα γινόμουν που σε έβλεπα να νιώθεις τόσο αμήχανα) κι έφευγες τα μπρος πίσω να πας στο φούρνο - κρατούσαν γερά τα γέρικα πόδια κι ήσουν τόσο περήφανος γι αυτό.

Μετά άρχισαν κι άλλα... κι άλλα. Τι μέρα είναι, τι θα φάμε το μεσημέρι, τι κάνουν τα παιδιά.  Στην αρχή, άσκεφτα κι απρόσεχτα, αγανακτούσα, σε μάλωνα - «μα τώρα στο είπα», σου έλεγα, «ξέχασες»; Μέχρι που είδα τη θλίψη και την αγωνία στο βλέμμα σου κι ένιωσα να λύνονται τα γόνατά μου. Μίσησα τον εαυτό μου για τούτη την επιπολαιότητα, την άθελη αναλγησία, την άκαιρη αντίδραση. Και μαζεύτηκα. Σού ’λεγα και σου ξανάλεγα τα ίδια και τα ίδια υπομονετικά κι  απαντούσα στις ερωτήσεις σου σαν να τις άκουγα για πρώτη φορά. Κι εσύ έγραφες σε χαρτάκια αυτά που ήθελες να θυμηθείς και με κοιτούσες με ένα βλέμμα γεμάτο ευγνωμοσύνη αλλά και μια αδιόρατη θυμηδία - σαν να μούλεγες «ξέρω ότι ξεχνάω, ξέρω πως μου λες και ξαναλές το ίδιο πράγμα, ξέρω πως με δουλεύεις λιγάκι... και σ’ ευχαριστώ που δεν αγανακτείς, που δεν υπογραμμίζεις την ανημπόρια μου».

Μπαμπά, ξεχνάω... Πού έβαλα τα κλειδιά, πώς τον λένε γμτ αυτόν τον ηθοποιό, πότε κανόνισα να πάω κομμωτήριο, τι ακριβώς πρέπει να ψωνίσω στο σουπερμάρκετ. Και καταγράφω αυτά που θεωρώ αναγκαία - στο κινητό, εξελιχθήκαμε βλέπεις από την εποχή με τα χαρτάκια. Και σε σκέφτομαι κάθε φορά που προσπαθώ να θυμηθώ κάτι, κάτι απλό, καθημερινό, αυτονόητο. Γιατί εκεί είναι το πρόβλημα, στα απλά και καθημερινά - τα σοβαρά και μόνιμα μια χαρά έχουν κολλήσει, καλώς ή κακώς. Έχει γεμίσει εν πολλοίς ο σκληρός, κάτι λίγα αποθέματα έχουν μείνει, και δεν μπορείς και να κάνεις delete σ’ ένα σωρό άχρηστα που έχεις συσσωρεύσει ώστε  να αδειάσεις χώρο για όσα καινούργια και απαραίτητα ή ενδιαφέροντα θέλεις να καταγράψεις.

Μπαμπά, ξεχνάω...

Μαμά, γερνάω...

Και δεν με πειράζει που γερνάω, δικά μου τα χρόνια, τα έζησα όσο πιο καλά μπορούσα κι ευγνωμονώ τη ζωή που μου τα χάρισε. Ακόμα ακόμα δεν με πειράζει (και τόσο) που ξεχνάω, τουλάχιστον όσο περιορίζεται στα κλειδιά και στους ηθοποιούς. Αυτό που με πειράζει είναι η άσκεφτη αντίδραση ορισμένων στο απορημένο βλέμμα μου και η ελαφρώς ειρωνική και απαξιωτική ατάκα «μα στο είπα, δεν το θυμάσαι;» ειδικά όταν η «διακυβευόμενη» πληροφορία και γνώση είναι ασήμαντη, ανούσια, αδιάφορη. Όχι, δεν το θυμάμαι, δεν το κατέγραψα καν όταν μου το είπες. Επιλέγω να αφήνω χώρο στον σκληρό για πιο σοβαρά, πιο σημαντικά, πιο ενδιαφέροντα πράγματα - γιατί σκληρός είναι, πεπερασμένης (όσο κι αν είναι μικρή ή μεγάλη) χωρητικότητας και, ατυχώς, δεν έχει βρεθεί ακόμη τρόπος να φορτώνουμε καινούργια μνήμη, να προσθέτουμε gigabytes ή  terabytes για να αποθηκεύουμε το κάθε τι που πέφτει στην αντίληψή μας.

Γι αυτό και μη μειδιάτε συγκαταβατικά αν δεν θυμάμαι πού πήγατε πρόπερσι διακοπές και τι φορούσε η κουμπάρα στο γάμο του ξαδέρφου σας!





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου