Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018



Οι άθλοι του Ηρακλή
Η κατασκήνωση - 5 Μαΐου 2018

Έβλεπα από μέρες μια αναστάτωση στο σπίτι με βαλίτσες και σακ βουαγιάζ να ανεβαίνουν από την αποθήκη και τη μάνα να έχει πολλά ψου ψου ψου με τη θεία Χρυσούλα από δίπλα κι όλο να της λέει για τα γατιά και τα σκυλιά, μυστήρια πράματα,  και κάτι ύποπτα τηλεφωνήματα με μια θεία Ολυμπία που δεν την ήξερα κι άκουγα και συνέχεια το όνομά μου και του Λέστερ και της Ζενέβ και καθόλου δεν μου άρεσαν αυτά τα συνωμοτικά μέχρι που μια μέρα μου είπε η μάνα ότι θα πάω λίγες μέρες κατασκήνωση μαζί με τα γατιά που σας έλεγα στο σπίτι αυτής της θείας Ολυμπίας και καθόλου δεν μου άρεσε κι  αυτό το κατασκήνωση που δεν ξέρω και τι πα να πει αλλά πάνω που ετοιμαζόμουν να ρωτήσω τον Ρόμπι κάνει η μάνα μία χραπ! και με σβερκώνει και με χώνει σε ένα κλουβί και με πάει στο πορτ-μπαγκάζ του αυτοκινήτου και πάνω που ήμουν έτοιμος να βάλω τις φωνές και να διεκδικήσω τα δικαιώματά μου σαν ελεύθερος σκύλος βλέπω στο διπλανό κλουβί τη Ζενέβ και τον Λέστερ να κάθονται ήσυχα ήσυχα και να με χαζεύουν και πολύ παραξενεύτηκα που δεν μίλαγαν κι εκεί επάνω έβαλε μπρος η μάνα και φύγαμε και τους ρώτησα πού πάμε και μου είπαν ότι θα πάμε σε ένα άλλο σπίτι που ζούσαν αυτοί όταν ήταν πολύ μωρά για να μείνουμε μερικές μέρες γιατί η μάνα θα πάει ταξίδι με τον πατέρα και δεν μπορούμε να μείνουμε μόνα μας και πριν καλά καλά προλάβω να καταλάβω τι γινόταν φτάσαμε σ’ αυτό το άλλο σπίτι κι εκεί ήταν αυτή η  κυρία που την λένε Ολυμπία και με πήρε αγκαλιά και μου έδωσε φιλιά   και μπισκοτάκι και πολύ μου άρεσε αυτή η θεία και μετά ήρθε και μια πιο μικρή θεία που τη λένε Χριστίνα και είναι κόρη της μεγάλης θείας κι  αρχίσαμε ένα παιχνίδι τρελό με τα παιχνίδια μου που άφησε η μάνα κι εγώ ξεφώνιζα και πολύ το γούσταρα όλο αυτό μέχρι που θέλησα πιπί αλλά δεν είχε κήπο κι έτσι τα αμόλησα στο σαλόνι κι ήρθε τρέχοντας η μεγάλη θεία με μια σφουγγαρίστρα κι εγώ είπα, παιχνίδι θα είναι κι αυτό, η μάνα ποτέ δεν σφουγγαρίζει τον κήπο, και τα αμόλαγα όπου μου κατέβαινε κι έτρεχαν και οι δυο θείες, μεγάλη και μικρή, με τον κουβά τσιρίζοντας και πολύ χαβαλέ είχε αλλά τον πιο χαβαλέ τον έκανα με τα γατιά της θείας Ολυμπίας που φρίκαραν όταν με είδαν κι ανέβηκαν όλα, και τα εφτά, πάνω στα ντουλάπια της κουζίνας και δεν κατέβαιναν με την καμία κι ας τους γαύγιζα εγώ να έρθουν να παίξουμε κι έτσι πέρασα πολύ ωραία στην κατασκήνωση και θα ξαναπάω με την πρώτη ευκαιρία αν και κάτι σαν να άκουσα την θεία Ολυμπία να λέει στη μάνα όταν ήρθε μετά από τρεις μέρες να μας πάρει ότι χρειάζεται επειγόντως διακοπές σε ένα ερημονήσι για να ηρεμήσει και σκέφτομαι να της πω να με πάρει μαζί της να ξεσαλώσουμε αν και όταν γυρίσαμε σπίτι και είδα το σακ βουαγιάζ της μάνας μπήκα μέσα και λέω να το καβατζώσω γιατί και βολικό σαν φωλίτσα είναι και μπορεί να μη με καταλάβει η μαμά και να με πάρει μαζί της στο επόμενο ταξίδι της!











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου