Κυριακή 17 Αυγούστου 2014

Φρίντα και Βικτώρια – η κρίση
(μέρος 12ο – 17/8/14)

Νουβέλα σε συνέχειες
 Από τη Φώφη Walter-Κυρλίδου (Φρίντα)
και τη Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου (Βικτώρια)


ΒΙΚΤΩΡΙΑ

Η Βικτώρια απόμεινε να την κοιτάζει να απομακρύνεται μέσα από ένα πέπλο δακρύων που πλημμύρισαν τα μάτια της κι άρχισαν να τρέχουν ανεξέλεγκτα. Η γκαρσόνα την πλησίασε διστακτικά και γέμισε νερό το ποτήρι της. Ούτε που την κατάλαβε. Ουσιαστικά δεν έβλεπε και δεν άκουγε τίποτε, χαμένη μέσα στη παραζάλη και στα λόγια της φιλενάδας της που βούιζαν στο έτοιμο να εκραγεί κεφάλι της.
            Αυτό ήταν... την έχασα, έχασα την φιλενάδα μου, την αδελφή μου, τον ίδιο μου τον εαυτό... κι όλα αυτά για μια ανοησία, για μια παράταιρη και παράλογη ορμονική έκρηξη... γιατί τι άλλο είναι αυτό που νιώθω και που δεν μπορώ να κοντρολάρω πέρα από μια καθαρά σωματική έλξη... γιατί ο μπετατζής σε τίποτε άλλο δεν με συγκινεί έτσι θορυβώδης και πληθωρικός που είναι... ούτε μια κουβέντα της προκοπής δεν μπορώ να σταυρώσω μαζί του πέρα από κάτι χαζά κι ανούσια αστειάκια... ενώ ο Αλέξανδρος, καίτοι λίγο χαλβάς στην προσέγγισή του, έχει ένα επίπεδο, μια καλλιέργεια...
Μωρέ μπας κι αυτή είναι η λύση στο αδιέξοδο; Να προχωρήσω μαζί του, έστω και με το στανιό, για να της αποδείξω ότι άδικα ανησυχεί, ότι μπορεί να μου αρέσει ο δικός της αλλά με τίποτε δεν θα της έκανα λαδιά; Κι ας λέει ότι η προδοσία είναι στο μυαλό κι ότι δεν συγχωρεί το κέρατο, έστω και νοερό... άμα μάθει κατι τέτοιο, θα ηρεμήσει και θα της φύγουν οι ιδέες... και σιγά σιγά όλα μπορεί να διορθωθούν...
Σηκώθηκε και προχώρησε παραζαλισμένη προς την έξοδο. Το ασανσέρ αργούσε, πήγε προς τις κυλιόμενες – και παρά λίγο να πέσει κουτρουβαλώντας, έτσι θολωμένη που ήταν, και να ανοίξει κανα κεφάλι. Μπορεί αυτό να ήταν μια κάποια λύση, σκέφτηκε παράλογα.       


ΦΡΙΝΤΑ

Είδε και έπαθε να βάλει μια μπουκιά στο στόμα της εκείνο το βράδυ η Φρίντα.Ο λαιμός της είχε γίνει όχι τσαρούχι αλλα γαϊδουρίσια σέλα απο τα τσιγάρα και απαξίωσε να απαντήσει στις δεκάδες τηλεφωνικές κλήσεις του Μπάμπη. Έπρεπε να καταστρώσει σχέδιο για τον καψουρόμαγκα, γι αυτό και δεν πήρε καν βοηθητικό χάπι  για τον ύπνο.    
            Όταν την επόμενη μέρα το κινητό κτύπησε νωρίς το πρωί, το απάντησε με την πιο μελιστάλακτη φωνούλα της. Ο Μπάμπης ενθουσιάστηκε όταν, αντί για ένα ακριβό μαγαζί για να φάνε οι τέσσερις, με τον Αλέξανδρο και την Βικτώρια, η Φρίντα του πρότεινε να πάρουν ντελίβερι και να μείνουν στο διαμέρισμά του, για να γλυκάνουν την φωλίτσα του με τα χάδια τους, όπως του λαγνοψιθύρισε.
Τελικά, σκέφτηκε η Φρίντα χαζεύοντας το είδωλό  της με μισάνοιχτα μάτια στον καθρέφτη του μπάνιου μετά από μια πυρωμένη ώρα στο κρεβάτι και το πάτωμα του Μπάμπη, αν συνεχίσω να έχω τέτοια ακροβατικά τρεις τέσσερις φορές τη βδομάδα,τυφλα νάχει το γυμναστήριο! Τις θερμίδες τις καίω μονορούφι. Έβαλε κραγιόν, έσβησε με το δάχτυλο κάτι υπολείμματα απο ρίμελ και ολόγυμνη παρήλασε μπροστά στον δικό της, που χουζούρευε, για να διπλωθεί σαν γατούλα στην αγκαλιά του.

«Πες μου, γλύκα μου, με πόσες γυναίκες την βρίσκεις όπως με μένα; Όχι, όχι, δεν θέλω παραμύθια, εμείς οι δυο είπαμε ότι θα είμαστε ειλικρινείς. Μη μου πεις οτι δεν ψιλογουστάρεις την Βικτώρια, παιδαρά μου. Σε έκοψα εγώ. Αφού σου αρέσουν τα μπλε μάτια τώρα! Μα και φυσικά ζηλεύω! Σε θέλω για μένα αποκλειστικά.Και μη νομίζεις ότι μόνο οι άντρες περπατούν και ξενοκοιτούν! Έλα τώρα πιο κοντά χρυσούλι μου να σου εξηγήσω πάλι τι εστί βερίκοκο!»




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου