Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Φρίντα και Βικτώρια – η κρίση
(μέρος 13ο – 18/8/14)

Νουβέλα σε συνέχειες
 Από τη Φώφη Walter-Κυρλίδου (Φρίντα)
και τη Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου (Βικτώρια)


ΒΙΚΤΩΡΙΑ

Στο μεταξύ, το ίδιο βράδυ, η Βικτώρια περνούσε δύσκολες στιγμές. Μετά την ξάγρυπνη, εφιαλτική νύχτα που πέρασε επιστρέφοντας από την καταστροφική συνάντηση που είχε με την φιλενάδα της και το βαρύ κατηγορώ της για προδοσία (έστω και στη σκέψη – και πώς να την αδικήσει σ’αυτό), πήρε τα ξημερώματα δραματικές αποφάσεις.
            Θα πρέπει να βρω οπωσδήποτε έναν τρόπο να την πείσω ότι άδικα με υποψιάζεται. Αν είναι δυνατόν να καταστρέψουμε φιλία και αγάπη χρόνων για ένα ρεμάλι, έστω και γοητευτικό, που φύτρωσε στα ξαφνικά σαν μανιτάρι ανάμεσά μας και κοντεύει να μας διαλύσει... κι ο μόνος τρόπος που υπάρχει λέγεται Αλέξανδρος... όσο κι αν με απωθει η ιδέα να κοιμηθώ με έναν άντρα που δεν νιώθω τίποτε γι αυτόν. Αυτός σίγουρα θα τα προφτάσει στον φιλαράκο του κι εκείνος στη Φρίντα... κι έτσι θα της φύγουν και οι υποψίες και όλα... και μετά του δίνω πασαπόρτι του χλεχλέ – γιατί τελικά πολύ νερόβραστος μας βγήκε... Πού η βαρβατίλα του μπετατζή, Θε μου σχώρα με – αλλά είπαμε, τέλος αυτά... η φιλία μας πάνω απ’ όλα...Oh mon Dieu… πώς θα το αντέξω όλο αυτό...
            Το τηλεφώνημα στον ανυποψίαστο Αλέξανδρο το έκανε πρωί πρωί, μπας και το μετανιώσει - καθόλου δεν εμπιστευόταν τον εαυτό της. Χαρά που έκανε ο έρμος, σκέφτηκε με κάποια τύψη που θα τον χρησιμοποιούσε. Αλλά και πάλι κερδισμένος είναι... καταλάγιασε τις ενοχές της. Δεν του τυχαίνει κάθε μέρα τέτοιο κελεπούρι, να λέει κι ευχαριστώ... εγώ είμαι το θύμα, όχι αυτός.
            Και να που τώρα, στο τέλος  ενός αμήχανου δείπνου για δύο σε κάποιο σινιέ ρεστωράν, στη διάρκεια του οποίου ο Αλέξανδρος προσπαθούσε (χωρίς καμία επιτυχία είναι αλήθεια) να συντηρήσει μια στοιχειώδη συζήτηση, είχε φτάσει η ώρα να του κάνει την ανήθικη πρόταση.


ΦΡΙΝΤΑ

Όλο το πρωινό το είχε περάσει ψάχνοντας τρόπους να δολοφονήσει την φιλενάδα της με ή χωρίς τον υποτιθέμενο αγαπητικό. Αραδιασμένη στην πολυθρόνα της, με έναν κουβά καφέ και τα απαραίτητα τσιγάρα που είχαν γίνει πια το ψωμοτύρι της, ανασκάλευε ό,τι αστυνομικό πλοτ είχε διαβάσει και μετά άφηνε την φαντασία της να αμολιέται παράφορα είτε με μαχαίρια, είτε με δηλητήρια είτε ακόμη και με ακόντια!
Όταν την πήρε όμως ο Μπάμπης το απόγευμα για να τα πουν λίγο και να κανονίσουν πού θα βρισκόντουσαν, η φωνούλα της όλο μέλια και σιρόπια έβγαζε. Μόνο για μια στιγμή κόμπιασε, όταν ο άλλος της είπε ότι ο Αλέξανδρος θα έβγαινε τετ α τετ με την Βικτώρια. Αυτο πάλι πού κόλλαγε... το ποντικάκι είχε ξαφνικά γίνει σέξυ λέαινα... δεν είναι δυνατόν... δηλαδή όλα τα ήθελε για πάρτη της η Βικτώρια; Και τον Μπάμπη και τον Αλέξανδρο; Και τα τσιμέντα και τη χαρτούρα; Α, καλα... σουβλιστή θα έκανε την φιλενάδα της, σαν τον Διάκο. Όχι, θα της το χάριζε!
Φουριόζα έκανε ένα μπάνιο και μπήκε σαν μαινάδα στο αυτοκίνητό της για να πάει μέχρι το διαμέρισμα του Μπάμπη.Όχι το «Κάμα Σούτρα»,όχι τον «Κήπο των Συνευρέσεων»... καινούργια εγκυκλοπαίδεια θα έπρεπε να γραφτεί για τα τσαλίμια που του έκανε. Και όταν πια τον είχε βγάλει εντελώς νοκ άουτ και τον άφησε να σιγανοροχαλίζει χυμένος όπως όπως στο μεγάλο κρεβάτι, χαμογέλασε και μουρμούρισε...φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο, Μαντάμ Βικτωρία μας. Αύριο εξάπαντος θα έπαιρνε τηλέφωνο την σεξοβόμβα της δεκάρας να δει τι γίνεται. Και ας έριχνε το τουπέ της... τι στο καλό... παρ’ όλο που την είχε άχτι, παρ’ όλο το σούβλισμα που ορεγόταν να της κάνει... της έλειπε κιόλας.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου