Σάββατο 9 Αυγούστου 2014

Φρίντα και Βικτώρια – η κρίση
(μέρος 5ο – 9/8/14)

Νουβέλα σε συνέχειες
 Από τη Φώφη Walter-Κυρλίδου (Φρίντα)
και τη Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου (Βικτώρια)


ΒΙΚΤΩΡΙΑ


            «Τι είναι αυτό;» γούρλωσε τα μάτια η Βικτώρια.
«Σεμεδάκι για την τηλεόραση!!! Τι λες να είναι μαρή; Κυλοτάκι, βρακάκι, εσώρουχο... πώς το λέτε εσείς οι κουλτουριάρηδες;»
«Αυτό είναι εσώρουχο;;; Πιο πολύ για σεμεδάκι μοιάζει, με τόση δαντέλα πάνω του... Και πιστεύεις ότι θα φορέσω εγώ αυτό το πράγμα; Λες και δεν με ξέρεις-αλλάζω εγώ τα sloggi μου; Άνετα, βολικά, είναι τα...»
«Επειδή σε ξέρω, γι αυτό και στο αγόρασα», την διέκοψε με μια νότα αγανάκτησης στη φωνή η φιλενάδα της. «Άκου sloggi! Αυτά τα φορά η θεια μου η Αμερσούλα, μη χειρότερα! Πού θα πας γλυκιά μου ραντεβού με τη βράκα; Και ο σούπερμαν να είναι ο χριστιανός, μόλις τη δει, χαιρετίσματα ο λεβέντης...»
«Ποια να δει... ποιον λεβέντη... τι λες;»
«Τον λεβέντη... το φιδάκι τον Διαμαντή... αλλά τι λέω η έρμη, εσύ έχεις να το δεις από τον καιρό του Βουλγαροκτόνου, πού να θυμάσαι τώρα...»
«Να μου κάνεις τη χάρη», αρπάχτηκε η Βικτώρια μπαίνοντας επιτέλους στο νόημα. «Ραντεβού πάμε, να γνωριστούμε, να μιλήσουμε. Μέχρις εκεί! Οπότε δεν υπάρχει καμία περίπτωση να δει αν είναι βαμβακερό ή δαντελένιο το εσώρουχο! Σ΄άκουσα, έκανα τα ρεκτιφιέ μου - αλήθεια, μου πάει αυτή η κουπ; - πήρα και το έξαλλο φόρεμα που επέμενε ο στυλίστ σου... ακόμα και τις γόβες τις 12ποντες αγόρασα και πάω σαν τον ξυλοπόδαρο...τι άλλο θέλεις πια;»
«Να ζήσεις» την αγκάλιασε η φίλη της τρυφερά. «Να αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο να χαρεί το απρόβλεπτο... Αυτό θέλω – να ζήσεις! Και πού ξέρεις» συμπλήρωσε πονηρά, «πώς μπορεί να εξελιχθεί η βραδιά! Γι αυτό και σου πήρα τη δαντέλα... κουτή... ε κουτή!»


ΦΡΙΝΤΑ

Είναι κάτι στιγμές στην ζωή μας που χαράζονται με αθάνατη λεπίδα στην ψυχή μας και με την πάροδο του χρόνου, αντί να σβήνουν, ομορφαίνουν και γίνονται πιο έντονες.
 Τέτοια βραδιά θέλησε και το Φριντάκι για την κολλητή της. Ο Μπάμπης κι ο Αλέξανδρος την παρέλαβαν με την Μερσεντές, ντυμένη στην πένα, κι όταν πάρκαραν έξω απο το σπίτι της Βικτώριας και η φίλη της αρμένισε προς το μέρος τους, ευάερη φρεγάτα, ένας αναστεναγμός ικανοποίησης ανάβλυσε βαθειά από τα μέσα της και βγήκε με μεγάλη ικανοποίηση. Η νύχτα ήταν δικιά τους και ήδη η μισή μάχη είχε κερδηθεί.
Ο Αλέξανδρος, μετά το πρώτο γούρλωμα των ματιών, είχε λιώσει πάνω στην αύρα της φίλης της που, φυσικά, το έπαιζε «ολίγον» απόμακρη. Το ακριβό εστιατόριο, τα εδέσματά του και η απαλή μουσική του παραθαλάσσιου μπαρ, στο οποίο κατέληξαν, βοήθησαν στο να δεθούν τα ζευγάρια σε μια όμορφη, αν και ετερόκλητη, παρέα.
Ο Αλέξανδρος ήταν λογιστής με δικό του μεγάλο  γραφείο, φίλος και συνεργάτης του Μπάμπη, και μόλις πριν ένα χρόνο είχε χηρέψει. Αν και με αρχή φαλάκρας και με την σχεδόν κλασσική μεσόκοπη κοιλίτσα του, είχε ένα γλυκό χαμόγελο και μια βαθιά φωνή που συνέπαιρνε. Μπαμ, για την Φρίντα ο κύβος είχε ριφθεί. Οι όποιες επιφυλάξεις της είχανπλέον ξεπεραστεί. Τα γαλλικά και το πιάνο της Βικτώριας θα αποδέχονταν (έστω με κάποια συγκατάβαση) το πτυχίο του οικονομολόγου. Κι όταν τον άκουσε να μιλάει για την αγάπη του στην κλασσική μουσική αγαλλίασε η ψυχή της! Κοίταξε με τρόπο την κολλητή της και την είδε να τον παρακολουθεί προσεκτικά.









1 σχόλιο:

  1. Φαίνεται πως όλα πηγαίνουν κατ' ευχήν! Ο Αλέξανδρος συμπαθής και ενδιαφέρον κύριος. Ταιριάζει ως φαίνεται με την Βικτώρια. Για να δούμε πιο κάτω τι θα γίνει.Το δαντελένιο εσώρουχο, εντάξει. Αλλά - και πες τε με ότι θέλετε - τα sloggi τι στο καλό είναι;
    Πόσο μου αρέσει η φυσικότητα της γραφής της Φώφης λοιπόν!

    ΑπάντησηΔιαγραφή