Τετάρτη 6 Αυγούστου 2014

Φρίντα και Βικτώρια – η κρίση
(μέρος 2ο)

Νουβέλα σε συνέχειες
 Από τη Φώφη Walter-Κυρλίδου (Φρίντα) 
και τη Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου (Βικτώρια)



ΒΙΚΤΩΡΙΑ

Το κουδούνισμα του τηλεφώνου την έκανε ν’ αναπηδήσει. Χρειάστηκε μερικά δευτερόλεπτα για να καταλάβει πού βρισκόταν - την είχε πάρει ο ύπνος στον καναπέ. Άρπαξε το ακουστικό με λαχτάρα.
            «Φρίντα;»
            «Έλα μαρή, εγώ είμαι. Σε ξύπνησα;»
            «Στις 6 τα ξημερώματα; Εσύ τι λες, να ετοιμάζομαι για τον όρθρο; Πού είσαι θεότρελη όλη νύχτα;»
            «Ααααχ... και τι νύχτα...» ακούστηκε βαθύς ο αναστεναγμός από την άλλη άκρη της γραμμής.
            Η Βικτώρια κοίταξε το ακουστικό και κούνησε το κεφάλι της με μια έκφραση έντονης αποδοκιμασίας.
            «Μη μου πεις ότι την πέρασες μ’ αυτόν! Τον-πώς-τον-λένε μελαχρινό γόη του facebook
            «Ακριβώς!» χαχάνισε η άλλη. «Τον λένε Μπάμπη κι είναι θεός!  Ένας θεός που με πήγε στον παράδεισο!»
            «Στην κόλαση θα πας μ’ αυτά που κάνεις! Τόχεις χάσει τελείως; Ούτε πούθε κρατάει η σκούφια του ξέρεις, ούτε τι κάνει στη ζωή του... έλεος δηλαδή...»
            «Ποσώς με νοιάζει πούθε κρατάει η σκούφια του» την διέκοψε η Φρίντα. «Όσο για το τι κάνει, εργολάβος είναι, οικοδομές και τα τοιαύτα!»
            «Οικοδόμος;;;» έφριξε η Βικτώρια. «Oh mon Dieu, απότο κακό στο χειρότερο πας ξεμυαλισμένη... Την άλλη φορά τουλάχιστον ήταν δικηγόρος, πιο αξιοπρεπές και...»
            «Να την βράσω την αξιοπρέπεια», την διέκοψε ξανά, «μπροστά στον Μπάμπη μου! Λοιπόν φιλενάδα, βάλε καφέ, εκείνο το γαλλικό νεροζούμι που πίνεις, πάω να φτιάξω κι εγώ έναν διπλό εσπρέσσο και σε παίρνω πάλι για να στα πω με κάθε λεπτομέρεια, ΟΚ;»
            Και βρόντηξε το ακουστικό στη συσκευή.


ΦΡΙΝΤΑ

Σε τρία λεπτά το τηλέφωνο της Βικτώριας ξανακουδούνισε ανυπόμονα, επιτακτικά, την ώρα που γέμιζε το φλιτζάνι της καφέ φίλτρου με γεύση βανίλια. Πνίγοντας ένα βαθύ χασμουρητό πήγε μέχρι τ0 σαλόνι σούρνοντας τις παντόφλες της και σήκωσε το ακουστικό μασουλώντας ένα κρουασάν με σοκολάτα.
«Έλα τώρα, χαμογέλασε φιλεναδίνο και δείξε τουλάχιστον ότι χάρηκες για το κελεπούρι που έβγαλα. Ο Μπάμπης είναι το κάτι άλλο και θέλω το συντομότερο να τον γνωρίσεις. Ε, όλο και κάποιον γνωστό θα έχει για να γίνουμε τέσσερις. Μπας και σου φύγουν και αυτά τα σπυράκια που βγάζεις κάθε τόσο και που τάχα μου είναι της νεότητος! Της κλεισούρας είναι και της μπακουριάς Βικτωρία μου...
»Πάρε άλλο ένα κρουασάν, είναι τα αγαπημένα σου, εγώ και που τα βλέπω παχαίνω... Αχ Βικτωρίτσα μου... θυμάσαι που μικρές μας φώναζαν οι δυο τσίχλες; Ε ρε και νάχα τώρα εκείνη την μεσούλα... Αλλά τι να γίνει, ο καθείς χρησιμοποιεί τα όπλα που έχει διαθέσιμα. Εγώ έχω ωραία βυζιά - σιγά καλέ, μη μου πνιγεις... βυζιά, στήθος, το ίδιο κάνει - κι εσύ όμορφα μάτια και μαλλιά. Και πού να  φτιαχνόσουνα και λίγο... Σου έχω πει χίλιες φορες, το κυριλε-διανοούμενο στυλ δεν είναι τραβηχτικό.
»Οχτώ χρόνια που σου την έκανε ο Φραγκίσκος, παναθεμά τον, μέχρι ποτε θα αναμένεις τον επόμενο πρίγκηπα εξ ουρανών; Εγώ, είδες, μου την έκανε ο Αντωνάκης, που να τον δω ζητιάνο τον αχαΐρευτο, του τα πήρα κι εγώ χοντρά κι απο τότε μετράω κατακτήσεις! Όχι θα κλαίω αιώνια...Α ρε Βικτώρια...η ζωή είναι τώρα - και ζωή χωρίς σορόπια είναι άνοστη! Μωρέ σήμερα κιόλας θα πω στον Μπάμπη να κανονίσει να βγούμε παρέα. Μόνη δεν σε ξαναφήνω όσο και να...»             


                             



1 σχόλιο:

  1. Είμαι στο 2 σήμερα. Είμαι πολύ περίεργος να δω αν θα καταφέρει να βγάλει την Βικτώρια έξω η Φρίντα; Τι ολοζώντανη αφήγηση αλήθεια της Φώφης! Σιγα- σιγά θα ανεβαίνω!

    ΑπάντησηΔιαγραφή